ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΑΚΙ

    Στην περιήγηση στο διαδίκτυο συναντά κανείς πραγματικά ενδιαφερουσες πληροφορίες για τους παίκτες που  απασχόλησαν με τα κατορθώματα τους καθώς και  ιστορικά στοιχεία πολύτιμα.
Στην συγκεκριμένη σελίδα κατά καιρούς θα δημοσιεύονται ενδιαφερουσες πληροφορίες.

Το θέμα είναι ο μεγαλύτερος σκακιστής( παρμένο από Forum) και άλλα ασυνάρτητα




Μερικά σχόλια για το θέμα:
Καταρχήν όλοι οι συμμετέχοντες στο poll είναι παγκόσμιοι πρωταθλητές.
Οι υπόλοιποι παγκόσμιοι πρωταθλητές που έμεινα έξω, είναι οι εξής:
Άντολφ Άντερσεν, Πωλ Μόρφυ (αυτοί οι δύο νίκησαν σε τουρνουά τους ισχυρότερους παίχτες της εποχής τους και θεωρούνται παγκόσμιοι πρωταθλητές παρότι δεν υπήρχε τότε ο θεσμός. 1ος παγκόσμιος πρωταθλητής είναι τυπικά ο Στάινιτς), Μαξ Όυβε, Βασίλι Σμυσλόβ (λυπάμαι πραγματικά που δεν τον έβαλα), Τίγκραν Πετροσιάν, Αλεξάντερ Χάλιφμαν, Βισβανάθαν Ανάντ, Ρούσλαν Πονομάριοβ, Ρούσταμ Κασιμτζάνοβ, Βέσελιν Τοπάλοβ, Βλαντιμίρ Κράμνικ.
Επίσης υπάρχουν και πολλοί άλλοι που μπορεί να μην έφτασαν να γίνουν παγκόσμιοι πρωταθλητές, αλλά ήταν εξίσου τεράστιοι. Μερικοί απ’ αυτούς:
Μπελιάβσκι, Ναν, Πόρτις, Στάιν, Μπρονστάιν, Πολουγκαέβσκι, Κορτσνόι, Δρ. Τάρας, Λάρσεν,Κέρες, Γκέλερ, Ιβαντσούκ και πολλοί πολλοί άλλοι (και θεωρητικοί όπως ο Νιμτζοβιτς ας πούμε). Ειδική μνεία θέλω να κάνω στον Μίγκελ Νάιντορφ (του οποίου το όνομα φέρει και μια από τις καλές βαριάντες της Σικελικής Άμυνας). Ο Νάιντορφ είχε εβραικές ρίζες και στη διάρκεια του βππ διέφυγε στην αργεντινή. Ολη η υπόλοιπη οικογένεια του ήταν στην ευρώπη και θέλοντας να τους στείλει ένα μήνυμα ότι είναι ζωντανός, σκέφτηκε ότι ο μόνος τρόπος ήταν να τον γράψουν οι εφημερίδες.
Τί έκανε γι αυτό; Διοργάνωσε σιμουλτανέ ΤΥΦΛΟΥ ΣΚΑΚΙΟΥ όπου έπαιξε ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΒΛΕΠΕΙ ΤΙΣ ΣΚΑΚΙΕΡΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ 42 ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ ΤΑΥΤΌΧΡΟΝΑ. Κέρδισε τις 38 παρτίδες!!! και 4 έληξαν ισόπαλες!!!
ΣΤΑΙΝΙΤΣ
Ο Στάινιτς είναι ο πρώτος επίσημος παγκόσμιος πρωταθλητής και ένας από αυτούς που θα λέγαμε πρωτομάστορες στην θεωρία του σκακιού.
Ο Μπόμπι Φίσερ έχει κάνει την εξής δήλωση για τον Στάινιτς: “Υπάρχουν μόνο δύο πραγματικές μεγαλοφυΐες στο σκάκι, ο άλλος ήταν ο Στάινιτς”.
ΛΑΣΚΕΡ
Ο Εμάνουελ Λάσκερ υπήρξε για 27 συνεχόμενα χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής. Ρεκόρ ακατάρριπτο όχι μόνο στο σκάκι αλλά σε όλα τα αθλήματα.
ΚΑΠΑΜΠΛΑΝΚΑ
Ο Κουβανός ήταν πράγματι πολύ μπροστά από την εποχή του. Αν δεν εμφανιζόταν ο Αλιέχιν ίσως έσπαγε το ρεκόρ του Λάσκερ.
ΑΛΙΕΧΙΝ
Πραγματικά πρωτοπώρος, η εκτίμηση του Κασπάροφ γι αυτόν τα λέει όλα.
ΜΠΟΝΤΒΙΝΙΚ
Ο πατριάρχης της Σοβιετικής σχολής η οποία εισήγαγε την επιστημονική θεώρηση στο σκάκι και είναι σαφώς η σχολή που έχει προσφέρει τα περισσότερα και τους καλύτερους σύγχρονους παίχτες. Άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε το σκάκι και είναι ουσιαστικά υπεύθυνη για την γιγάντωση του και την εξέλιξη στη θεωρία του. Ο Μποτβίνικ ήταν ο πατέρας και ο κύριος υπέυθυνος όσων συνέβεναν εκεί. Από τα χέρια του πέρασαν όλοι οι μετέπειτα μεγάλοι Σοβιετικοί.
Ενδεικτικό για την τεράστια δύναμη της Σοβιετικής Ένωσης ήταν ότι καμία χώρα δεν μπορούσε να τους νικήση και έτσι το 1970 διοργανώθηκε ένας αγώνας ανάμεσα στους Σοβιετικούς και την Μικτή Κόσμου την όποία και κέρδισε η Σοβιετική Ένωση.
Οι Σοβιετικοί παρέταξαν τους εξής τότε: Σπάσκυ, Πετροσιάν, Κορτσνόι, Πολουγκαέβσκι, Γκέλερ, Σμύσλοβ, Ταιμάνοβ, Μποτβίνικ, Ταλ και Κέρες ενώ αναπληρωματικοί ήταν οι Στάιν και Μπρονστάιν!!! Για όσους ξέρουν τι σημαίνουν αυτά τα ονόματα, καταλαβαίνουν και την ισχύ αυτής της ομάδας.
ΤΑΛ
Η μεγάλη μου συμπάθεια. Αυτόν ψήφισα τελικά αν και έδωσε μάχη με τον Κάρποβ.
Ο Ταλ ήταν μοναδικός. Δημιουργούσε τρομερή ένταση και τρομερές περιπλοκές στις παρτίδες του ενώ με αβέβαιες ακόμη και για τον ίδιο θυσίες έφερνε σε απίστευτα δύσκολη θέση τους αντιπάλους του.
Χαρακτηριστικό είναι το εξής περιστατικό. Ένας φίλος του σκακιού σε κάποιο τουρνουά του ζήτησε αυτόγραφο. Αφού υπέγραψε ο Ταλ, ο φίλος τον ρώτησε που είναι ο Φίσερ γιατί θέλει και απ’ αυτόν αυτόγραφο. Ο Ταλ πήρε πίσω το χαρτί, υπέγραψε ως Φίσερ και του είπε: “τον έχω κερδίσει τόσες φορές, που νομίζω ότι μπορώ πια να χρησιμοποιώ και την υπογραφή του!”
Αν δεν είχε προβλήματα υγείας που τον έκαναν να φύγει και νωρίς και του στέρησαν πολλές συμμετοχές σε τουρνουά, θα ήταν ακόμη μεγαλύτερος και γνωστότερος.
ΣΠΑΣΚΙ
Τεράστιος παίχτης και τζέντλεμαν. Όταν ο Φίσερ του πήρε τον παγκόσμιο τίτλο, σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να τον χειροκροτεί, παροτρίνοντας και τους θεατές να κάνουν το ίδιο.
ΦΙΣΕΡ
Απλά μεγαλοφυία!
ΚΑΡΠΟΦ
Με τρελένει το στρατηγικό - ποζισιονέλ παιχνίδι του (ίσως γιατί και εγώ προτιμώ το ποζισιονέλ παιχνίδι από τις τακτικές περιπλοκές).
Μνημειώδεις οι θυσίες του. Κάποιος σκακιστής είχε πει: “όταν ο Κάρποφ θυσιάσει, μπορείς να εγκαταλείψεις την παρτίδα!” Τόσο καλά υπολογισμένες ήταν οι θυσίες του.
ΚΑΣΠΑΡΟΦ
Τι να πω τώρα για τον Γκάρι; Ισως ο κορυφαίος όλων. Τεράστιες οι δυνατότητες του στις τακτικές περιπλοκές ενώ ήταν άσσος και στο ποζισιονέλ παιχνίδι.

Να πω δυο λόγια για την μεγάλη μάχη της δεκαετίας του 80 μεταξύ Κάρποβ - Κασπάροβ.
Ξεκινώ με τον Γκάρι Κασπάροβ: Το επώνυμο Κασπάροβ είναι το επώνυμο της μητέρας του, το οποίο ο Γκάρι χρησιμοποίησε από πολύ νωρίς. Το επώνυμο του πατέρα του είναι Βάινστάιν. Ενώ όμως δεν ξέρουμε κανέναν Γκάρι Βαινστάιν, όλοι ξέρουμε τον Γκάρι Κασπάροβ.
Η επαφή του Γκάρι με το σκάκι άρχισε σε νηπιακή ηλικία. Αγαπημένη ασχολία των γονιών του ήταν να λύνουν σκακιστικά προβλήματα. Ο Γκάρι καθόταν και παρακολουθούσε χωρίς να μιλάει. Ένα βράδυ και ενώ ο Γκάρι ήταν μόλις 4 ετών, καθόταν και παρακολουθούσε τον πατέρα του που είχε κολλήσει σε ένα πρόβλημα για πολύ ώρα. Ξαφνικά ο μικρός έσκυψε πάνω στην σκακιέρα και άρχισε να κινεί τα κομμάτια λύνοντας το πρόβλημα. Ο πατέρας του αφού ξεπέρασε το αρχικό σοκ, κατάλαβε ότι ο γιος του είχε αυτό που λέμε “σκακιστική αντίληψη” και άρχισε να τον σπρώχνει προς το παιχνίδι.
Ο Έντουαρντ Γκούφελντ στην πολύ ωραία βιογραφία του Γκάρι που έχει γράψει, λέει πως όταν ήρθε η ώρα και έγινε δεκτός στην σχολή Μποτβίνικ, ο Γκάρι αντιμετώπισε το γεγονός με δέος! Θα βρισκόταν στην Μέκκα του παγκόσμιου σκακιού, στη σχολή των παγκόσμιων πρωταθλητών, στη σχολή του πατριάρχη Μποτβίνικ! Τελικά το μοιραίο συνέβη. Έγινε και αυτός παγκόσμιος πρωταθλητής.
Ο Ανατόλι Κάρποβ ήταν το βαρύ πυροβολικό της Σοβιετικής Σχολής τη δεκαετία του 70.
Το 1972 ο Φίσερ πήρε τον παγκόσμιο τίτλο από τους σοβιετικούς (αφού τους είχε μελετήσει καλά μόνος του και παίζοντας ουσιαστικά με τα δικά τους όπλα, και σίγουρα ενσωματώνοντας σ’ αυτά την προσωπικότητα και το ιδιαίτερο στυλ του).
Στην επόμενη συνάντηση η Σοβιετική Σχολή ήθελε τον τίτλο πίσω (δεν είχε ηττηθεί σε ζητήματα αρχών και θεωρητικά ζητήματα, ο Φίσερ δεν εισήγαγε κάποια καινούρια θεωρία, με τα όπλα τους έπαιξε, απλά τους έδειξε ότι μπορεί να τα χειρίζεται καλύτερα).
Ένας νεαρός, ο Ανατόλι Κάρποβ, έδειχνε να είναι το μεγάλο ταλέντο και το απέδειξε αφού κέρδισε όλους τους έμπειρους αντιπάλους του και έφτασε να είναι ο διεκδικητής του παγκοσμίου στέμματος. Οι σοβιετική πίστευαν πολύ στον Κάρποβ. Ήταν νέος, πανέξυπνος, φοβερά καταρτισμένος (ίσως ο περισσότερο θεωρητικά καταρτισμένος σκακιστής ever), με φοβερή αυτοπεποίθηση, με δίψα, με ακλόνητη θέληση για νίκη.
Ο Φίσερ όμως δεν τους έκανε την χάρη, καθώς δεν εμφανίστηκε ποτέ στον τελικό και έτσι ο Κάρποβ έγινε ο πρώτος παγκόσμιος πρωταθλητής χωρίς να παίξει τελική σειρά παρτίδων.
Όταν ο Κασπάροβ έφτασε ως τον Κάρποβ (να του διεκδικεί δηλαδή τον παγκόσμιο τίτλο) ο Κάρποβ ήταν ήδη 10 χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο Κασπάροβ ήταν αυτός που είχε την ορμή και την φλόγα. Όμως ο Κάρποβ ήταν αρκετά εγωιστής για να κάνει στην άκρη. Το ματς που ξεκίνησε το 1984, ξεκίνησε εντυπωσιακά για τον Κάρποβ. (νικητής θα ήταν αυτός που θα έφτανε τις 6 νίκες). Ο Ανατόλι δεν ήθελε από την αρχή να αφήσει κανένα περιθώριο στον διεκδικητή Γκάρι. Κέρδισε και τις 4 πρώτες παρτίδες και έκανε το 4-0! Ολοι οι αναλυτές περίμεναν συντριβή του Κασπάροβ με 6-0. Στο επιτελείο του Γκάρι σκέφτηκαν ότι έπρεπε να οδηγήσουν αρκετές από τις επόμενες παρτίδες σε ισοπαλία μέχρι να συνέλθουν και να δουν τι θα κάνουν. Οι επόμενες 17 τελείωσαν ισόπαλες, αλλά αμέσως μετά ο Κάρποβ κέρδισε ξανά και έκανε το 5-0! Μετά από ενδιάμεσες ισοπαλίες και ενώ ο κατά 12 χρόνια μεγαλύτερος του Κασπάροβ, Κάρποβ έδειχνε να καταρρέει ο Γκάρι πήρε 3 παρτίδες και έκανε το 5-3. Το ματς διεκόπη (όριο παρτίδων) και ξεκίνησε απ΄την αρχή, ώσπου τελικά ο Γκάρι κέρδισε.
Το ματς αυτό ήταν μια θεωρητική μάχη και μια μάχη αρχών. Ο Κάρποβ ήταν Η ΘΕΩΡΙΑ, η κλασική και δοκιμασμένη θεωρία. Ο Κασπάροβ, ο αντάρτης της σχολής, κατάλαβε ότι θα έπρεπε να εισάγει καινοτομίες για να τον αντιμετωπίσει.
Ο Κάρποβ δέχθηκε την πρόκληση. Κατάλαβε ότι η μάχη πια ήταν μια ΜΑΧΗ ΑΡΧΩΝ, ΜΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΜΑΧΗ. Ήταν αποφασισμένος να υπερασπιστεί τις αρχές του μέχρι τέλους και όχι να ακολουθήσει τον Γκάρι σε καινοτομίες. Ήθελε να δείξει σ?αυτό τον υπερφίαλο και επαναστάτη νεαρό, ότι η θεωρία είχε τις απαντήσεις στις προκλήσεις του. Στο πρόσωπο του Κάρποβ θα κέρδιζε ή θα έχανε η θεωρία.
Από την άλλη ο Κασπάροβ με τους εξαιρετικούς αναλυτές του, δούλευαν νυχθημερόν και παρουσίαζαν συνεχώς και νέες προκλήσεις στον παγκόσμιο πρωταθλητή Ανατόλι.
Αυτός προσπαθούσε να σηκώσει πάντα το γάντι, χωρίς να παρεκκλίνει από τις αρχές του, ακόμα και όταν έβλεπε ότι ο παγκόσμιος τίτλος γλιστράει σιγά σιγά προς τα χέρια του «επαναστάτη» νεαρού. Αλλά είπαμε, ήταν μια μάχη ΑΡΧΩΝ και ο Κάρποβ δεν ήθελε επ ουδενί να ηττηθεί κερδίζοντας (αν άλλαζε τις αρχές του και κέρδιζε το ματς, θα έχανε σε θεωρητικό επίπεδο, θα παραδεχόταν ότι η κλασική θεωρία δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις ενός νεαρού αντάρτη).
Τελικά έχασε, αλλά κέρδισε το σκάκι, καθώς από την διαλεκτική σύνθεση της κλασσικής θεωρίας του Κάρποβ και των ανατρεπτικών «ενέσεων» σ΄αυτήν του Κασπάροβ, γεννήθηκε μια ανώτερη μορφή κατανόησης και θεωρητικής προσέγγισης του σκακιού.

Το ματς του 1984 (που δεν ήταν μια παρτίδα, αλλά 48 ) διεκόπη όπως έγραψα και συνεχίστηκε με νικητή τον Κασπάροβ. Ξανασυναντήθηκαν σε τελικό ΠΠ και κέρδισε πάλι ο Κασπάροφ.
Φέτος αποφάσισαν να ξαναπαίξουν ένα ματς μερικών παρτίδων για την προώθηση του αθλήματος, όπως επίσημα ανακοινώθηκε. Το ματς έχει ξεκινήσει. Έχουν παιχτεί ήδη 2 παρτίδες τις οποίες κέρδισε ο Κασπάροβ ή για την ακρίβεια τις έχασε ο Κάρποβ λόγω χρόνου, κάτι που δείχνει ότι η κατάσταση του Κάρποβ αυτή τη στιγμή δεν είναι βέβαια και η καλύτερη. Δεν έχει όμως σχέση αυτό που κάνουν τώρα με αγώνες ΠΠ. Είναι ουσιαστικά μια αναβίωση της κόντρας (σε φιλικά υποτίθεται πλαίσια) για λόγους προώθησης του αθλήματος.



Να προτείνω λοιπόν κάποια βιβλία, γιατί σκάκι χωρίς στοιχειώδη έστω θεωρητική κατάρτιση δεν υφίσταται.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γραφτεί πολλά στην ελληνική γλώσσα, από πολλούς και αξιόλογους έλληνες διεθνείς μαιτρ και γκράντ μετρ. Πχ η σειρά «Σκακιστική Προπόνηση» του GM Στράτου Γρίβα ή το «Σκάκι για αρχάριους ?και όχι μόνο» του μετρ Ηλία Κουρκουνάκη (με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο μάλιστα) αλλά και άλλα πολλά.
Αν όμως κάποιος δεν έχει ξαναασχοληθεί, για ΠΡΩΤΟ βιβλίο θα του πρότεινα κάποιο που υπάρχει εδώ και σαράντα χρόνια και έχει γίνει κλασσικό: «ΤΟ ΣΚΑΚΙ» του διεθνούς μετρ Τριαντάφυλλου Σιαπέρα και ειδικά ο 1ος τόμος. Όσο και αν πούμε ότι έχουν περάσει τα χρόνια και είναι ξεπερασμένο, για μένα δεν υπάρχει καλύτερο (από όσα ξέρω τουλάχιστον) για ΠΡΩΤΟ (το τονίζω) βιβλίο στο σκάκι. Να μάθει κανείς την σκακιστική γραφή, τους κανόνες και τα βασικά θεωρητικά για το άνοιγμα, το μέσον και το φινάλε (αν και αν θυμάμαι καλά έχει μόνο ανοικτά και λίγα ημιανοικτά ανοίγματα, με τα κλειστά δεν ασχολείται καθόλου, θα το έκανε σε 3ο τόμο, αλλά τελικά δεν το εξέδωσε ή κάτι τέτοιο). Για πρώτο βιβλίο είναι ιδανικό.
Από κει και πέρα αν θέλει να προχωρήσει θα πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με την θεωρία των ανοιγμάτων, στρατηγική μέσου παρτίδας και βέβαια να ξέρει απέξω κι ανακατωτά που λένε, τα φινάλε.
Θέλω να προτείνω 2 ακόμα βιβλία, γιατί πραγματικά αξίζει τον κόπο:
Ηλίας Κουρκουνάκης «Σύγχρονη Σκακιστική Σκέψη»
Με αφορμή την εξονυχιστική ανάλυση των 10 καλύτερων παρτίδων της τριακονταετίας 1966-96 όπως τις ψήφισαν οι αναγνώστες του περιοδικού Informator, κάνει μια υπέροχη ανάλυση όλου σχεδόν του παιχνιδιού, των βασικών μεγεθών του (υλικό, χρόνος, χώρος), των περισσοτέρων στρατηγικών ζητημάτων που προκύπτουν στο μέσο της παρτίδας και αρκετά πράγματα για τα φινάλε.
Εκτός αυτών, έχει και λογοτεχνική αξία, γιατί ο Κουρκουνάκης πραγματικά έχει και τη φλέβα λογοτέχνη.
Δεν είναι βέβαια για αρχάριους, δεν θα μπορέσουν να το παρακολουθήσουν, απαιτεί στοιχειώδεις (όχι υπερβολικά πράγματα) σκακιστικές γνώσεις.
Να ξεκαθαρίσω εδώ ότι για την ανάγνωση οποιουδήποτε σκακιστικού βιβλίου, απαιτείται γνώση της σκακιστικής γραφής και ορολογίας. Όσοι δεν γνωρίζουν, το βιβλίο του Σιαπέρα θα σας μάθει πολύ πιο εύκολα από ότι φαντάζεστε. Γι αυτό εξάλλου είπα ότι είναι ιδανικό για πρώτο.
Χρήστος Κεφαλής «Σκάκι και Κουλτούρα»
Αυτό δεν είναι ένα κλασσικό σκακιστικό βιβλίο, δεν αναλύει παρτίδες ή θεωρία του σκακιού, είναι γενικού ενδιαφέροντος και απευθύνεται και σε μη σκακιστές (αν και η σκακιστική γραφή και ορολογία θα βοηθήσει και εδώ).
Πραγματεύεται την διαλεκτική εξέλιξη στο σκάκι και την σχέση του με τις τέχνες και τις επιστήμες (όπως για παράδειγμα την σύγχρονη φυσική). Πολύ καλό.

Έχοντας μόνο στοιχειώδη επαφή με το σκάκι και γνωρίζοντας μόνο μερικές στιγμές της ιστορίας του σκακιού, ψήφισα Μποτβίνικ. Πιστεύω ότι χάρη σε αυτόν το σκάκι ανέβηκε πολλά (και σε πολλά) επίπεδα παγκόσμια. Επίσης τον εκτιμώ και για άλλα πράγματα που προσπάθησε να κάνει άσχετα από το σκάκι (ως μαθηματικός, ειδικός στην κυβερνητική, προσπαθούσε μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του να φτιάξει ειδικό πρόγραμμα ηλεκτρονικής, οικονομικής διακυβέρνησης, για να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία κλπ. Δεν πρόλαβε…)
Παλιότερα εκτιμούσα και τον Κασπάροφ, μεγάλος σκακιστής! Αλλά η μετέπειτα πολιτική του δράση τον κατάντησε γραφικό και αντιπαθητικό.

Πολύ καλά έκανες και ψήφισες Μποτβίνικ! Θα ήταν άδικο ο μέγας δάσκαλος, αυτός που έμαθε σκάκι σε ένα σωρό παγκόσμιους πρωταθλητές, και που έθεσε τις βάσεις για την επιστημονική θεώρηση του σκακιού, να μην έχει ψήφο στο poll.

Ο Κάρποβ είναι ο πιο επιτυχημένος σκακιστής σε τουρνουά, καθώς μετρά 140! πρωτιές σε διάφορα τουρνουά. Η καθηλωτική μαγεία του Κάρποβ είναι η βαθιά του γνώση της στρατηγικής. Πραγματικά είναι απόλαυση να αναλύεις τις παρτίδες του (όπως έγραψε και ο Leviathan) για το στρατηγικό βάθος που κρύβουν. Ο Κάρποβ “έσφιγγε την μέγγενη” σιγά σιγά στους αντιπάλους του, ώσπου τελικά τους “έπνιγε” και αυτό στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων με άριστο ποζισιονέλ παιχνίδι, χωρίς πολλές πολλές τακτικές περιπλοκές, ενώ όπως ανέφερα και πριν, όταν αποφάσιζε θυσία η παρτίδα ήταν ουσιαστικά χαμένη για τον αντιπαλο του.
Θα επανέλθω κάποια στιγμή με παρτίδες του. Όποιος θέλει να δει παρτίδες του το βιβλίο του ίδιου “Μy best 300 games” είναι ιδανικό. Την επιλογή των παρτίδων έχει κάνει ο ίδιος (δεν απαιτήται γνώση αγγλικών, καθώς ουσιαστικά δεν υπάρχει κείμενο, παρά παράθεση ατέλειωτων κινήσεων και βαριαντών - αυτά που θεωρούν οι μη σκακιστές κινέζικα!).


Leviathan, σ αυτό που λες με τον Νάιντορφ να σου πω βέβαια ότι το σιμουλτανέ ήταν εναντίον υποδεέστερων αντιπάλων. Θα ήταν παράλογο να κάνει 38 νίκες και 4 ισοπαλίες σε ταυτόχρονο τυφλό, εναντίων ισάξιων GM (οι αντίπαλοι του έβλεπαν τις σκακιέρες τους). Όμως αυτό δεν ακυρώνει καθόλου τις τεράστιες δυνατότητες αυτών των παιχτών να μπορούν ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΒΛΕΠΟΥΝ να θυμούντε και τις 42 σκακιέρες με όλες τις κινήσεις τους.
Εγώ τυφλό δεν έχω καταφέρει να παίξω σε πάνω από μια σκακιέρα. Ήδη με δυο σκακιέρες, μόλις τελειώσει το άνοιγμα όπου οι κινήσεις είναι λιγο πολύ τυποποιημένες (απ την 10 με 15 κίνηση δηλαδή περίπου) αρχίζει και εμφανίζεται ένα θολό τοπίο στην μνήμη μου. Όποιος το έχει επιχειρήσει ξέρει πόσο δύσκολο είναι. Σκέψου τώρα 42!!!
Φυσικά έχεις δίκιο, αν είχαμε έστω και το 1/100 των δυνατοτήτων και της θεωρητικής κατάρτισης αυτών των γιγάντων, θα είμασταν ευτυχείς ως σκακιστές!
Το σκάκι εκτός από όλα τα άλλα είναι και ένα πολύ θεαματικό παιχνίδι. Όσοι δεν έχουν παίξει νομίζουν πως είναι βαρετό. Μόλις αρχίσουν να το κατανοούν αντιλαμβάνονται την γοητεία του. Αλλά είναι και θεαματικό όπως είπα. Προς απόδειξη παραθέτω ένα λινκ, όπου οδηγεί σε μια παρτίδα που έπαιξαν το 1991 στις Βρυξέλλες για το παγκόσμιο πρωτάθλημα οι GM Βασίλι Ιβαντσούκ και Άρθουρ Γιουσούποφ. Είναι Ινδική Άμυνα του Βασιλιά με κλασσικό φιανκέτο (φιανκέτο είναι γενικά η ανάπτυξη του αξιωματικού απ τα τετράγωνα b2 ή g2 για τα λευκά και b7 ή g7 αντίστοιχα για τα μαύρα). Δεν χρειάζεται να έχετε μπροστά σας σκακιέρα, το λινκ σας οδηγει σε μια σελίδα όπου εμφανίζεται η σκακιέρα και δεξιά της οι κινήσεις. Κλικάροντας κάθε κίνηση, εμφανίζεται στην σκακιέρα. Δείτε την και δείτε πραγματικά πόσο θεαματικό μπορεί να είναι το σκάκι!




Επανέρχομαι στην παρτίδα Ιβαντσουκ - Γιουσούποφ στην οποία παραπέμπει το λινκ, διότι υπάρχει ένα ωραίο περιστατικό μετά την λήξη της:
Η ψυχολογική πίεση που υπάρχει σε τέτοιες αναμετρήσεις και τέτοια τουρνουά είναι τεράστια (το αγωνιστικό σκάκι είναι πολύ εξαντλητικό παιχνίδι από όλες τις απόψεις). Μόλις λοιπόν τελείωσε η παρτίδα, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες ο Ιβαντσκούκ έφυγε από την αίθουσα και άρχισε να βηματίζει γρήγορα στον δρόμο, ώσπου ξαφνικά σταμάτησε και έβγαλε μιαν απίστευτη κραυγή, ενώ οι περαστικοί είχαν μείνει αποσβολωμένοι και τον κοιτούσαν.
Αντίθετα ο νικητής Γιουσούποβ, απλά δήλωσε ότι ήταν μια πολύ εντυπωσιακή παρτίδα που την ευχαριστήθηκαν οι θεατές

Κι ένα σκακιστικό περιστατικό:
Για να γίνει κατανοητό, να πω ότι στην σκακιστική αργκό ο αξιωματικός λέγεται “τρελός” και ότι σε φινάλε με ισόρροπα πιόνια, το ζεύγος αξιωματικών νικά τον πύργο.
Ο Αλιέχιν, παγκόσμιος πρωταθλητής, παρακολουθούσε μια παρτίδα σκακιού μεταξύ 2 ερασιτεχνών σε έναν σκακιστικό σύλλογο. Έφτασαν σε φινάλε με ίδιο αριθμό πιονιών και τοποθέτηση πιονιών που δεν έδινε υπεροχή σε κανέναν. Ο ένας όμως είχε ζεύγος αξιωματικών (τρελών) και ο άλλος πύργο. Αυτός που είχε τους 2 αξιωματικούς έπαιξε λάθος και δεν μπόρεσε να κερδίσει. Δεν φτάνει αυτό, αλλά μετά τη λήξη της παρτίδας επέμενε και προσπαθούσε να αποδείξει ότι 2 αξιωματικοί δεν νικούν τον πύργο. Δεν άντεξε ο Αλιέχιν και ξεστόμισε της εξής ατάκα: “Είναι γνωστό ότι 2 τρελοί νικούν πάντα ένα πύργο, τρεις τρελοί όμως όχι!” 

Το ταλέντο είναι απαραίτητο, για να κάνει κανείς κάτι παραπάνω. Θέλω να πω, όλοι οι μεγάλοι σκακιστές είχαν και ταλέντο, αν γινόταν μόνο με το διάβασμα και την προπόνηση, θα μπορούσε ο καθένας να γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής. Χρειάζεται καλή μνήμη, δυνατότητες στο μέτρημα, σκακιστική διαίσθηση, πολύ καλή αίσθηση του χώρου. Τα περισσότερα απ αυτά βέβαια, μπορούν και να καλλιεργηθούν, μπορεί να έρθουν μέσω της δουλειάς και της τριβής με το αντικείμενο. Αλλά σίγουρα όσοι έχουν το χάρισμα, προχωρούν γρηγορότερα και πιο εύκολα. Χρειάζονται και αυτοί όμως τη δουλειά. Αν δεν δουλέψουν σοβαρά, θα χαραμίσουν το ταλέντο τους.
Αυτά βέβαια στην περίπτωση που θέλουν να ασχοληθούν σοβαρά σε αγωνιστικό επίπεδο. Εμείς που παίζουμε για την ευχαρίστηση μας, είμαστε πιο χαλαροί, αν και όσο καλύτερα κατανοείς το σκάκι, τόσο περισσότερο το απολαμβάνεις, οπότε καλό είναι να μελετούμε και να προπονούμαστε και μεις. Σε όσες περιόδους (ασχολούμαι από το 1987 με το σκάκι, όχι πάντα με την ίδια ένταση) ήμουν σε φάση μελέτης και καλής προπόνησης, άλλαζε τόσο εντυπωσιακά το παιχνίδι μου, που πραγματικά μου έδινε μια πολύ ωραία αίσθηση και ευχαρίστηση. Αλλά όσο το παρατάς, τόσο μένεις πίσω…


Όσο καλύτερα θα το κατανοείς, τόσο περισσότερο θα το γουστάρεις.
Τώρα αυτό που λες με την παρακολούθηση παρτίδων, αντιθέτως εμένα μου αρέσει πολύ. Εννοείται βέβαια να είναι μια καλή παρτίδα, να έχει ενδιαφέρον. Μπορώ να κάθομαι να παρακολουθώ με τις ώρες. Ουσιαστικά “παίζεις” μες στο μυαλό σου και με τις δύο πλευρές και χωρίς το άγχος που έχει μια σκακιστική αναμέτρηση.
Θα δώσω ακόμα κάποια λινκ, με ωραίες παρτίδες:
Κάρποβ - Κασπάροβ (0-1) τελικοί ΠΠ 1985, 16η παρτίδα.
Σικελική Άμυνα, βαριάντα Πάουλσεν.
Τρομερή παρτίδα:
Κάρποβ - Κασπάροβ (1-0) τελικοί ΠΠ.
Σικελική Άμυνα, βαριάντα Πάουλσεν:
Μπελιάβσκι - Ναν (0-1), τουρνουά Βάικ άαν Ζέε 1985
Ινδική Άμυνα του Βασιλιά, βαριάντα: σύστημα Ζέμις
Καταπληκτική παρτίδα:
Για το τέλος, θα σας δώσω και μια τρομερή μινιατούρα, που παίχτηκε κάποτε σε ερασιτεχνικό τουρνουά. Είναι μόλις 12 κινήσεις!!!
Απλά για να δείτε, πώς ένα ΧΟΝΤΡΟ λάθος στο άνοιγμα, μπορεί να οδηγήσει στον διασυρμό. Το λάθος είναι στην 4η κίνηση των μαύρων, όπου αντί η αλλαγή να πραγματοποιηθεί με το πιόνι d, έγινε με το πιόνι b! Όσοι τώρα δεν ξέρουν καλό σκάκι, θα σκεφτούν: πόσο χοντρό λάθος μπορεί να είναι αντί να κόψεις με το δ πιόνι, να κόψεις με το β;;; δείτε και θα καταλάβετε: (να πω μόνο ότι δεν έχω λίνκ γι αυτήν και θα την αντιγράψω, πάρτε μια σκακιέρα και αναπαραστήστε την, μόνο 12 κινήσεις είναι, αξίζει τον κόπο, είναι διδακτικό):
Λευκά: Μ, Μαύρα: Γ
Ισπανική Παρτίδα, βαριάντα αλλαγής.
  1. e4 - e5
  2. Nf3 - Nc6
  3. Bb5 - a6
  4. Bxc6 - bxc6;;; (εδώ είναι το λάθος που χάνει την παρτίδα, έπρεπε να παιχτεί dxc6) Για να γίνει κατανοητό το λάθος, να πω ότι άν έκοβε ο μαύρος με το d πιόνι, δεν θα υπήρχε το 5.Nxe5, διότι ακολουθεί 5… Qd4, οπότε ή θα χαθεί ο ίππος ή το πιόνι δ του λευκού με σαχ. Αν ο μαύρος έπαιζε σωστά, ουδείς παίχτης με τα λευκά θα απαντούσε 5.Nxe5. Το λάθος του μαύρου, έδωσε αυτή τη δυνατότητα στον λευκό και γενικά κατέστρεψε την θέση του, όπως θα δείτε παρακάτω).
    5.Nxe5 - Qe7
    6.d4 - f6
    7.Qh5+ - g6
  5. Nxg6 - Qxe4+
  6. Be3 - Qxg2
  7. Nxh8+ - Ke7
  8. Qf7+ - Kd6
  9. Bf4+ ματ!!!
Ακόμα και ένα μικρό (φαινομενικά, στην πραγματικότητα είναι τεράστιο) λάθος, μπορεί να οδηγήσει σε τέτοια διασκεδαστικά αποτελέσματα!
Εξηγώ ότι: Κ=βασιλιάς, Q=βασίλισσα, R=πύργος, B=αξιωματικός, N=ίππος.
το x σημαίνει πάρσιμο, και το + σημαίνει σαχ
όπου εμφανίζεται κίνηση, χωρίς κεφαλαίο γράμμα μπροστά που να δηλώνει κάποιο από τα παραπάνω κομμάτια, σημαίνει ότι κινήθηκε πιόνι. πχ e4 το πιόνι e πήγε στο e4.

Το βιβλίο του Κουβανού παγκόσμιου πρωταθλητή που αναφέρεις είναι πράγματι πολύ καλό! Βέβαια, έχουν περάσει σχεδόν 90 χρόνια από τότε που το έγραψε, οπότε πολλά έχουν αλλάξει φυσιολογικά μέσα σε αυτά τα χρόνια. Βέβαια οι βασικές αρχές, παραμένουν βασικές, οπότε είναι ένα καλό βιβλίο για αρχή.
Τώρα πέραν των όσων έχω αναφέρει ήδη (τα δύο βιβλία του Σιαπέρα “το σκάκι 1 & 2”, το “σκάκι για αρχάριους και όχι μόνο” και το “σύγχρονη σκακιστική σκέψη” του Ηλία Κουρκουνάκη, καθώς και την σειρά 6 τόμων “σκακιστική προπόνηση” του GM Στράτου Γρίβα), να αναφέρω μερικά ακόμη:
  • Γκάρι Κασπάροβ “Οι μεγάλοι προκάτοχοι μου”. Σε πέντε τόμους αναφέρει όλους του παγκόσμιους πρωταθλητές πριν από αυτόν, με πολλές αναλυμένες παρτίδες τους. Στα ελληνικά έχουν κυκλοφορίσει οι 2 πρώτοι τόμοι από τον ΚΕΔΡΟ. (Γενικά, δεν υπάρχει καλύτερο μάθημα από το να μελετάτε και να αναλύετε τις παρτίδες των μεγάλων GM).
  • Aλεξάντερ Κότοβ “Μέθοδοι επίιθεσης κατά του βασιλιά”
  • Μιχαήλ Ταλ “Life and games of M. Tal”
  • Γιάσερ Σειράβαν “Τακτικές νίκης” και “Στρατηγικές νίκης” Δύο πολύ καλά βιβλία για το τακτικό και το ποζισιονέλ παιχνίδι.
  • Βλαντιμίρ Βούκοβιτς “Η τέχνη της επίθεσης στο σκάκι” Ένα πραγματικά εκπληκτικό βιβλίο που έχει επιμελειθεί (προσθέτοντας και διορθόνοντας αρκετά πράγματα) ο φοβερός και τρομερός (επιτρέψτε μου τον χαρακτηρισμό, είναι μεγάλη συμπάθεια) Τζον Ναν.
  • Έντουαρντ Γκούφελντ “Γκάρι Κασπάροβ” μια βιογραφία του Κασπάροβ (με πολλές αναλυμένες παρτίδες), η οποία σταματάει στο 1984 όταν ο Γκάρι έγινε διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου.
    Εκτός από τις παρτίδες του Κασπάροφ, ο Γκούφελντ έχει προσθέσει στο τέλος και την “Αθάνατη” παρτίδα του, την περίφημη “Τζοκόντα” του, με τον Μπακίροβ, αναλυμένη από τον ίδιο. Είναι μια Ινδική του Βασιλιά, όπου ο Γκούφελντ με τα μαύρα, κατέστρεψε το σύστημα Ζέμις του Μπαγκίροβ, έχοντας αλλάξει μάλιστα και τον αγαπημένο του μαυροτετράγωνο αξιωματικό.
  • Στράτος Γρίβας “Φωτεινές σκέψεις - σοφές κινήσεις”
  • Ρόμπερτ “Μπόμπυ” Φίσερ “Οι 60 αξέχαστες παρτίδες μου”
  • Ανατόλι Κάρποβ “My 300 best games”
  • Αλεξάντερ Καλίνιν “King’s Indian Defence- Modern Practice” & “Sicilian Defence - Modern Practice”. Εδώ φαίνεται και ένα προσωπικό κόλημα. Σαφώς υπάρχουν και άλλα ανοίγματα, αλλά ο δικός μου σκακιστικός βίος έκανε πάντα κύκλους γύρω από την Ινδική Άμυνα του Βασιλιά και την Σικελική Άμυνα (με προτίμηση τα μαύρα και στις 2 περιπτώσεις. Γενικά η προτίμηση και τα καλύτερα αποτελέσματα με τα μαύρα, δεν είναι σύνηθες, αλλά δεν είμαι και ο μοναδικός. Αρκετοί σκακιστές, μεγάλοι ή και ερασιτέχνες όπως εγώ, έχουν το ίδιο γούστο για τα μαύρα). Εκτός από την Ινδική του βασιλιά και την σικελική, παίζω κάποιες φορές και Νιμζοινδική, Ινδική της Βασιλισσας, Γκαμπί της βασίλισσας, καμιά φορά Ισπανική (σπάνια πια) και …στο τσακιρ κέφι που λένε Ολλανδική. Όμως, κυρίαρχα ανοίγματα (ειδικά με τα μαύρα) παραμένουν για μένα η Ινδική του Βασιλιά ως απάντηση στο 1.d4 και η Σικελική ως απάντηση στο 1.e4. Kαι οι καλύτερες παρτίδες που έχω παίξει, είναι με αυτά τα ανοίγματα (αν εξαιρέσεις ένα γκαμπί της βασίλισσας μια φορά και έναν καιρό, που ακόμα με κάνει να χαμογελάω με ικανοποίηση).
Φυσικά υπάρχουν και άλλα πολλά βιβλία, απλώς ανάφερα μερικά.
Επίσης μπορείς να δεις και αυτό:

Με αφορμή το πανίσχυρο τουρνουά Ταλ Μεμόριαλ 2009 που γίνεται από τις 5 ως τις 14 Νοεμβρίου στη Μόσχα (εδώ είναι η επίσημη ιστοσελίδα του τουρνουά http://tal.russiachess.org/content/blogcategory/157/403/), θα κάνω ένα αφιέρωμα στον «μάγο της Ρίγα» και ίσως κάποια στιγμή να κάνω και κάτι αντίστοιχο για τους υπόλοιπους σκακιστές του δημοψηφίσματος.
Ο Μιχαήλ Νεχέμεβιτς Ταλ γεννήθηκε στην Ρίγα της Λετονίας στις 9/11/1936 και απεβίωσε στις 28/6/1992 στη Μόσχα, έπειτα από χρόνια προβλήματα με την υγεία του και μόνιμο πρόβλημα στα νεφρά του. Έκανε 12 εγχειρήσεις, η μια μάλιστα εντελώς αχρείαστη (όπως αρκετές από τις θυσίες του), καθώς αρχικά και πριν διαγνωσθεί το πρόβλημα με τα νεφρά, κάποιοι γιατροί γνωμάτευσαν ότι οι πόνοι του προερχόταν από σκωληκοειδίτιδα και έσπευσαν να του την αφαιρέσουν, χωρίς να χρειάζεται. Η απίστευτη ταλαιπωρία με την υγεία του, είναι σημαντικό να καταλάβουμε πόσο πίσω τον έφερνε συνεχώς σε σχέση με τους αντιπάλους του, οι οποίοι, σ? αυτό το κορυφαίο επίπεδο, πρόσεχαν τα πάντα, έκαναν αθλητική ζωή και γνωρίζοντας πόσο εξαντλητικό είναι το αγωνιστικό σκάκι, προετοιμαζόταν σωματικά και ψυχολογικά πριν από κάθε αναμέτρηση. Αντίθετα ο Ταλ έπρεπε να παλεύει και με την υγεία του, ενώ η κακή κατάσταση της, ήταν ακριβώς ο λόγος που δεν του επέτρεψε να πάρει μέρος σε αρκετά τουρνουά, αλλά και να έχει διάρκεια στο παιχνίδι του. Βέβαια, για να τα λέμε όλα, ο Ταλ ήταν ο Ταλ! Παρά τα προβλήματα του, συνέχιζε να καπνίζει ασταμάτητα, να πίνει και να ξενυχτάει. Χωρίς αυτά, δεν θα ήταν ο Ταλ. Η προσωπική του ζωή μόνο ήρεμη δεν ήταν. Μέσα στα άλλα, έκανε και τρεις γάμους. Ο Ταλ ήταν ένας εκρηκτικός μηχανισμός εντός και εκτός σκακιέρας.
Η άνοδος του ήταν ραγδαία. Ξεπετάχτηκε και πριν προλάβουν να καταλάβουν τι συμβαίνει με το φαινόμενο Ταλ, πήρε 2 πρωταθλήματα ΕΣΣΔ το 1957 και το 1958. Άρχισε να έχει πάρα πολλούς οπαδούς για το ιδιαίτερο, αντικομφορμιστικό και ριψοκίνδυνο παιχνίδι του. Αψηφούσε τους κανόνες. Διψούσε για περιπλοκές, από τις οποίες δεν ήταν ούτε ο ίδιος σίγουρος για το πώς θα ξεμπλέξει. Μόλις μια παρτίδα ξέφευγε από τα θεωρητικά μονοπάτια και ο αντίπαλος του ένιωθε έξω από τα νερά του, ο Ταλ ριχνόταν με ορμή και ενθουσιασμό για να εξερευνήσει το άγνωστο.
Σε μια εποχή όπου το σκάκι γνώριζε την επιστημονική του άνθηση και όλοι προσπαθούσαν να παίξουν ΣΩΣΤΑ, ψάχνοντας σε κάθε θέση το θεωρητικώς ορθόν, ο Ταλ διέλυε τα πάντα στο πέρασμα του, αδιαφορούσε για το ΣΩΣΤΟ και έλεγε ότι δεν επιθυμούσε να παίζει σωστά ή καλά, αλλά απλώς καλύτερα από τον αντίπαλο του.
Θυσίαζε συχνότατα χωρίς προφανές αντάλλαγμα, λες και έπαιζε για την θυσία. Κατάφερνε χάρις στο ασυναγώνιστο τακτικό ταλέντο του να βγαίνει πάντα από τις περιπλοκές, την ώρα που ο εκάστοτε αντίπαλος του πνίγονταν στις τρικυμίες που δημιουργούσε ο μάγος της Ρίγα.
Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό, όταν νεαρός κλήθηκε στην Ολυμπιακή ομάδα της ΕΣΣΔ και σε μια παρτίδα του θυσίασε πιόνι χωρίς κανένα αντάλλαγμα και κέρδισε τελικά. Ο Μποτβίνικ, θέλοντας μάλλον να τον επιπλήξει ή να τον «μετρήσει», μετά την παρτίδα τον ρώτησε με εξεταστικό ύφος, γιατί θυσίασε το πιόνι χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Ο Ταλ ήταν αφοπλιστικός και λακωνικός: «Γιατί με εμπόδιζε»!!! απάντησε στον άναυδο πατριάρχη.
Ο Ταλ κέρδισε και το Ιντερζονάλ, το τουρνουά των διεκδικητών του παγκοσμίου τίτλου και έτσι ήταν αυτός που κάθισε απέναντι από τον παγκόσμιο πρωταθλητή Μποτβίνικ το 1960.
Όλοι περίμεναν ότι το μεθοδικό και άριστο στρατηγικά παιχνίδι του Μποτβίνικ, θα «έσπαγε» το παιχνιδάκι που λεγόταν Μιχαήλ Ταλ. Όμως συνέβη το αντίθετο. Ο Μποτβίνικ ήταν εκείνος που δεν μπόρεσε να ανταπεξέλθει και ο Ταλ στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής.
(Αυτό το βίντεο είναι από τις τελευταίες στιγμές της τελευταίας παρτίδας και την στέψη του Ταλ http://www.youtube.com/watch?v=RnmgOpjo3Xo&feature=related 3).
Δυστυχώς ο Μποτβίνικ δεν απόφυγε την μικρότητα, δεν μπόρεσε εν θερμώ να διαχειριστεί την ήττα του και ξεστόμισε μια ατάκα που δεν τον τιμά: «Κοιτάχτε που κατάντησε το σκάκι. Έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής ένας φαφλατάς».
Εδώ θέλω να σταθώ λίγο παραπάνω. Μετέπειτα αναλύσεις και αρκετά αργότερα με τη βοήθεια των Η/Υ, αρκετές από τις θυσίες του Ταλ καταρρίφθηκαν και βρέθηκε ο δρόμος που θα οδηγούσε κάποιους από τους αντιπάλους του στην νίκη, στην προκειμένη περίπτωση τον Μποτβίνικ. Όμως, το θέμα δεν είναι να βρεθεί η λύση στην άνεση του σπιτιού, με 10 αναλυτές γύρω γύρω, ή να δώσει την λύση ένα εξελιγμένο σκακιστικό πρόγραμμα, αλλά τι μπορεί να κάνει ο καθένας πάνω στην σκακιέρα την ώρα του αγώνα. Όπως είπε και ο David Bronstein «Δεν μπορείς να κερδίσεις έναν ισοδύναμο αντίπαλο, αν δεν του προσφέρεις και εσύ δυνατότητες νίκης». Αυτό ακριβώς έκανε ο Ταλ. Εξάλλου η αρχική θέση, με τέλειο παιχνίδι, είναι θεωρητικά ισόπαλη. Ο Ταλ όμως δεν έπαιζε για την ισοπαλία. Θέλοντας να νικήσει, ήξερε ότι πρώτα έπρεπε να κινδυνεύσει και ο ίδιος. Να διασαλεύσει την ισορροπία.
Αλλά εδώ εγείρεται για μένα και ένα άλλο θέμα, πιο σοβαρό.
Ο Μποτβίνικ ήταν ο υπέρμαχος της επιστημονικής θεώρησης του σκακιού. Απόλυτα λογική συνέπεια του γεγονότος ήταν να ψάχνει σε κάθε θέση την ΑΛΗΘΕΙΑ, βάση των επιστημονικών κανόνων που είχαν αναπτυχθεί για το σκάκι. Ο Ταλ όμως ήταν ΠΟΙΗΤΗΣ! Δεν έβλεπε (συνειδητά ή υποσυνείδητα) στο σκάκι την επιστήμη, αλλά την τέχνη. Άρα δεν αναζητούσε την ΑΛΗΘΕΙΑ, αλλά την ΟΜΟΡΦΙΑ! Και όπως είπε ο Ντοστογέβσκι, είναι ακριβώς η ΟΜΟΡΦΙΑ που «σώζει» τον κόσμο.
Άρα, και παρά την ευχαρίστηση του καθενός, που από την ασφάλεια της πολυθρόνας του και με την βοήθεια του Fritz ή του κάθε Fritz, αρέσκεται να πιάνει παλιές παρτίδες του Ταλ και να τις καταρρίπτει, η πραγματικότητα είναι ότι ο Ταλ δεν έπαιζε λάθος!!! Απλώς αναζητούσε άλλο πράγμα από αυτό που αναζητούσε ο Μποτβίνικ. Ο τελευταίος έψαχνε και πίστευε πως υπάρχει σε κάθε θέση η ΑΛΗΘΕΙΑ. Ο άλλος απλά αδιαφορούσε για την αλήθεια και έψαχνε για το καλλιτεχνικό δημιούργημα, την ΟΜΟΡΦΙΑ, ΤΟ ΩΡΑΙΟ.
Στο ματς ρεβάνς, ο Ταλ το τράβηξε στα άκρα, καταστρατηγώντας κάθε κανόνα, σχεδόν προσπαθώντας να ακυρώσει κάθε μεθοδικό ως τότε επίτευγμα. Ο Μποτβίνικ φυσικά κέρδισε και ξαναπήρε πίσω τον τίτλο του. Δεν μπορεί το ΩΡΑΙΟ να κερδίζει πάντα την ΑΛΗΘΕΙΑ. Αλίμονο άλλωστε?. Δεν παύει όμως να παραμένει ωραίο!
Ο Ταλ έγινε έτσι ο νεότερος «πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής», αφού πρώτα είχε γίνει ο νεότερος παγκόσμιος πρωταθλητής.
Μετά την νίκη του Ταλ στο πρώτο ματς, πολλοί παίχτες και προπονητές πίστεψαν ότι ερχόταν η εποχή του άκρατου επιθετικού παιχνιδιού και επέμεναν ώστε οι μαθητές τους να παίζουν επιθετικά και να κάνουν συχνά θυσίες. Μετά την νίκη του Μποτβίνικ στο ματς ρεβάνς ο Ταλ δήλωσε: «Αυτοί οι κακόμοιροι νεαροί παίχτες θα πρέπει να αναστέναξαν με ανακούφιση όταν ο Μποτβίνικ μου ξαναπήρε τον τίτλο. Τώρα θα μπορούσαν ξανά να παίξουν ήρεμο στρατηγικό σκάκι»!
Τα προβλήματα υγείας και ο τρόπος ζωής του δεν του επέτρεψαν να ξαναδιεκδικήσει τον παγκόσμιο τίτλο, παρότι μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν από τους πιο ισχυρούς σκακιστές.
Τα δημιουργήματα του όμως, θα ξυπνούν πάντα τον ενθουσιασμό σε όλους όσους βλέπουν στο σκάκι πρώτα μια τέχνη και μετά μια επιστήμη.
Και ένα αποχαιρετιστήριο βίντεο, για τον απόλυτο ποιητή των 64 τετραγώνων:
http://www.youtube.com/watch?v=kZMjajJH7lw 1

Ο Ανατόλι Κάρποβ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1951 στο Zlatoust, στα Ουράλια Όρη.
Ξεκίνησε να μαθαίνει σκάκι σε νηπιακή ηλικία (4 ετών) και η εξέλιξη του ήταν αρκετά γρήγορη με αποτέλεσμα να γίνει υποψήφιος μετρ από 11 ετών.
Στα 12 του έγινε δεκτός στην περίφημη σχολή Μποτβίνικ (έχω μιλήσει σε προηγούμενα ποστ γι? αυτήν), όμως δεν «γέμισε το μάτι» του πατριάρχη του σοβιετικού σκακιού στην αρχή. Η κρίση του Μποτβίνικ (για το πόσο εσφαλμένη υπήρξε, δεν χρειάζεται να το πω) ήταν ότι ο μικρός δεν έχει σκακιστική φλέβα και δεν προβλέπεται επαγγελματική καριέρα γι? αυτόν. (Ακόμη και δάσκαλοι σαν τον Μποτβίνικ υποπίπτουν καμιά φορά σε τέτοια λάθη). Ο Ανατόλι όμως συνέχισε και στα 15 του ήταν ήδη σοβιετικός μετρ, ενώ κέρδισε το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα νέων το 1968 και το παγκόσμιο πρωτάθλημα νέων το 1969. Το 1970, σε ηλικία 19 ετών έγινε γκραντμέτρ. Παράλληλα ήταν φοιτητής στο πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ σπουδάζοντας οικονομικά και ξένες γλώσσες.
Η σκακιστική του εξέλιξη συνέχισε να είναι γοργή, και το 1975 έφτασε να είναι ο διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου, αφού απέκλισε στα ματς διεκδικητών τους Πολουγκαέβσκι, Σπάσκι και Κορτσνόι διαδοχικά.
Ήταν λοιπόν έτοιμος να αντιμετωπίσει τον Φίσερ στον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος. Ο Φίσερ όμως δεν προσήλθε να αγωνιστεί, καθώς έθεσε μια σειρά από όρους στην FIDE, οι οποίοι όμως δεν έγιναν ΟΛΟΙ δεκτή. Έτσι ο Αμερικανός γκραντμετρ και παγκόσμιος πρωταθλητής αποσύρθηκε όχι μόνο από τον τελικό, αλλά και από το ίδιο το σκάκι.
Η FIDE έστεψε πρωταθλητή τον Ανατόλι Κάρποβ, όμως αυτός αντί για χαρές και πανηγυρισμούς ένιωθε αμηχανία, καθώς πήρε τον τίτλο στα χαρτιά (ήταν ο πρώτος παγκόσμιος πρωταθλητής με αυτόν τον τρόπο, χωρίς βέβαια να ευθύνεται ο ίδιος) και καταλάβαινε ότι υπήρχε αμφισβήτηση στο πρόσωπο του από τον σκακιστικό κόσμο.
Έτσι αποφάσισε να μην αφήσει τουρνουά για τουρνουά που να μην πάρει μέρος (συνήθως ο παγκόσμιος πρωταθλητής παίρνει μέρος σε ελάχιστα τουρνουά της επιλογής του και προετοιμάζεται για το ματς ρεβάνς) για να δείξει σε όλους ότι είναι άξια ο πρώτος. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τρομερό ρεκόρ νικών σε τουρνουά. Αποκτώντας αυτή τη συνήθεια, ο Κάρποβ συνέχισε πάντα να μετέχει στα τουρνουά με όρεξη με αποτέλεσμα να έχει περίπου 150 νίκες σε τουρνουά, ρεκόρ ακατάρριπτο.
Αφού ο σκακιστικός κόσμος τον αναγνώρισε ως κορυφαίο και αφού υπερασπίστηκε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή με επιτυχία δύο φορές εναντίον του Βίκτωρ Κορτσνόι, έφτασε η ώρα να φτάσει ως αυτόν, το νέο σκακιστικό αστέρι, ο Γκάρι Κασπάροβ.
Για τις μάχες τους έχω γράψει σε προηγούμενα ποστ, οπότε κάνω μια γρήγορη σύνοψη: στο ματς που ξεκίνησε το 1984 δεν υπήρχε όριο παρτίδων αλλά η υποχρέωση των 6 νικών. Ο Κάρποβ ξεκίνησε εντυπωσιακά με 4-0 (και κάποιες ενδιάμεσες ισοπαλίες) και έτσι το φάντασμα της συντριβής με 6-0 ήταν μπροστά στα μάτια του Κασπάροβ. Τότε αποφάσισε το επιτελείο του Γκάρι να πάει σε συνεχόμενες ισοπαλίες για ανασύνταξη και παραδόξως (και λάθος όπως αποδείχτηκε) συναίνεσε σε αυτό και ο Κάρποβ, μην θέλοντας να ρισκάρει ήττα, για να επιτύχει το 6-0. Έτσι μετά από πολλές ισοπαλίες ο Κάρποβ έφτασε στο 5-0 και θεώρησε ότι χωρίς να ρισκάρει θα έφτανε σιγά σιγά στο 6-0. Έτσι συνέχισε να επιτρέπει τις ισοπαλίες, ενώ ο Κασπάροβ ήταν στο χείλος του γκρεμού. Αντί όμως να τον αποτελειώσει, με τις συνεχόμενες ισοπαλίες, τελικά ο Κασπάροβ έφτασε σε μια νίκη. Ακολούθησαν αρκετές ακόμη ισοπαλίες και στην 47η και 48η παρτίδα, δύο συνεχόμενες νίκες του Κασπάροβ, που έφεραν το σκορ στο 5-3. Παρόλα αυτά ο Κάρποβ συνέχισε να έχει τον πρώτο λόγο. Όμως ο πρόεδρος της FIDE Καμπομάνες, διέκοψε το παιχνίδι, ανακοινώνοντας ότι θα ξαναρχίσει από την αρχή με νέους όρους, καθώς είχαμε φτάσει στους 5 μήνες !!! χωρίς να υπάρχει νικητής, η σκακιστική ολυμπιάδα της Θεσσαλονίκης είχε ολοκληρωθεί χωρίς την παρουσία τους, αφού αγωνιζόταν ακόμα, οι παίχτες είχαν καταπονηθεί (ο Κάρποβ είχε χάσει 10 κιλά και είχε νοσηλευθεί σε νοσοκομείο) και ο σκακιστικός κόσμος είχε χάσει την υπομονή του με τις συνεχόμενες ισοπαλίες και ένα ματς που φαινόταν να μην τελειώνει ποτέ. Και οι δύο δήλωσαν ότι δεν συμφωνούν και ότι η απόφαση είναι εναντίον τους, αλλά το ματς διεκόπη οριστικά και άρχισε την επόμενη χρονιά, με τον περιορισμό των 24 παρτίδων και νικητή τον Κασπάροβ.
Μετά από δέκα χρόνια λοιπόν (1975-1985) ο Κάρποβ παρέδωσε τον τίτλο του.
Ακολούθησαν άλλα τρία ματς, καθώς ο Κάρποβ αυτή τη φορά έφτανε ως τον παγκόσμιο πρωταθλητή Κασπάροβ, τα οποία και πάλι τα κέρδισε (οριακά) ο Κασπάροβ (για την ακρίβεια, στο τελευταίο δεν κέρδισε, αλλά με ισόπαλο σκορ διατήρησε τον τίτλο του, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί). Ο Κάρποβ δεν πτοήθηκε, συνέχισε να κερδίζει τα τουρνουά το ένα μετά το άλλο, με αποκορύφωμα το πανίσχυρο τουρνουά του Λινάρες το 1994 (ίσως το ισχυρότερο όλων των εποχών με μέσο όρο elo 2685!) στο οποίο ο Κάρποβ διέλυσε τον ανταγωνισμό κάνοντας 11/13 αήττητος και αφήνοντας στην δεύτερη θέση τους Κασπάροβ και Σίροβ 2,5 βαθμούς πίσω! Σ αυτό το τουρνουά ο Κάρποβ έκανε την μη-ανθρώπινη απόδοση elo 2985!!! Πραγματικά απίστευτη απόδοση!!! 2985, εξωφρενικό. (Να διευκρινίσω ότι η απόδοση elo αφορά μόνο την επίδοση σε ένα συγκεκριμένο συμβάν, σε ένα τουρνουά πχ, και όχι την συνολική δυναμικότητα που εκφράζεται με τον βαθμό elo. O μεγαλύτερος βαθμός elo που απόκτησε ο Κάρποβ στην καριέρα του ήταν 2780. Μεγαλύτερο επίτευγμα εκεί, είναι του Κασπάροβ, το επίσης εξωπραγματικό 2851!).
Μετά την αποχώρηση του Κασπάροβ από τη FIDE, λόγω διαφωνιών το 1993 (έκανε με άλλους γκραντμετρ δικές του διοργανώσεις) ο Κάρποβ έγινε ξανά παγκόσμιος πρωταθλητής FIDE από το 1993 ως το 1999. (Αυτό όμως δεν μετράει και πολύ, γιατί είναι πχ σαν να παίρνει το πρωτάθλημα ο Παναθηναϊκός με τον Ολυμπιακό να μην συμμετέχει. Βέβαια δεν είναι και άνευ αξίας, αφού κατά σειρά ο Κάρποβ κέρδισε σε αυτούς τους τελικούς τον Τίμμαν και τους πολλά υποσχόμενους νέους διεκδικητές Γκάτα Κάμσκι και Βισβανάθαν Άναντ).
Ακολούθησαν νίκες σε τουρνουά (ατέλειωτες είναι αυτές για τον Κάρποβ), ενώ τα τελευταία χρόνια το επίπεδο του έχει πέσει και δεν πολυσυμμετέχει.
[CENTER][FONT=“Century Gothic”]Στυλ και τρόπος παιχνιδιού του Κάρποβ[/FONT][/CENTER]
Φτάσαμε στο σημείο να μιλήσω για το στιλ και το παιχνίδι του Κάρποβ. (Για την ακρίβεια νιώθω ότι όλα τα προηγούμενα γράφτηκαν, απλώς για να φτάσω ως εδώ). Πριν ξεκινήσω, θα παραθέσω μια δήλωση του ίδιου του Κάρποβ η οποία θα μας βοηθήσει πολύ να κατανοήσουμε και να αναπτύξουμε το θέμα στη συνέχεια. Η δήλωση έχει ως εξής:
«Ας πούμε ότι μια παρτίδα μπορεί να συνεχιστεί με δύο τρόπους: ο ένας είναι ένα ωραίο τακτικό χτύπημα που οδηγεί σε δαιδαλώδεις βαριάντες οι οποίες δεν μπορούν να υπολογιστούν επακριβώς. Ο άλλος είναι μια καθαρή στρατηγική πίεση που οδηγεί σε φινάλε με απειροελάχιστες τύχες νίκης. Θα διάλεγα τον δεύτερο τρόπο χωρίς σκέψη. Αν ο αντίπαλος επιμένει σε οξύ παιχνίδι δεν έχω αντίρρηση, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις αντλώ λιγότερη ικανοποίηση, ακόμη και αν κερδίσω, από όση από μια παρτίδα παιγμένη σύμφωνα με όλους τους κανόνες της στρατηγικής με την ανελέητη λογική της».
Αυτό, θα μου πείτε, ξεκαθαρίζει κάτι ήδη γνωστό. Ότι ο Κάρποβ είναι στρατηγικός παίχτης δεν είναι νέο, ούτε κάτι το οποίο χρειάζεται διευκρίνιση. Συμφωνώ εν μέρει. Πρώτα και κύρια, ναι ο Κάρποβ είναι ποζισιονέλ παίχτης, ο μεγαλύτερος κατά την γνώμη μου ποζισιονέλ παίχτης στην ιστορία του σκακιού. Δεν είναι όμως μόνον αυτό. Γι? αυτό προσέξτε το μέρος της δήλωσης που λέει, ότι δεν έχει ουσιαστικά καμιά αντίρρηση να μπει σε τακτικές περιπλοκές, αν επιμένει ο αντίπαλος (ή αν είναι αναγκαίο, θα πρόσθετα εγώ).
Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως:
Το στιλ του Ανατόλι Κάρποβ διαμορφώθηκε πολύ νωρίς στην καριέρα του (και εξελίχθηκε βέβαια στην πορεία, ως την «σχεδόν τελειότητα», επιτρέψτε μου την αδόκιμη και αυτοαναιρούμενη έκφραση) και ήταν βέβαια ένα καθαρό ποζισιονέλ (στρατηγικό/παιχνίδι θέσεων) με κύρια γνωρίσματα τις βαθιές συλλήψεις σε πρώιμο στάδιο της παρτίδας, την απίστευτη δυνατότητα ελιγμών πίσω απ? τις γραμμές, τον εντοπισμό της παραμικρής αδυναμίας της αντίπαλης παράταξης και την διαρκή και σταθερή στόχευση προς αυτήν, ως το «πνίξιμο» του αντιπάλου. (Κάπως έτσι του βγήκε και το παρατσούκλι «βόας σφικτήρας»). Και φυσικά άψογη (κυριολεκτικά) τεχνική στα φινάλε. Το παιχνίδι του στόχευε σε καθαρές στρατηγικές/ποζισιονέλ θέσεις, όπου ενώ ο ίδιος δεν θα είχε κανένα αδύνατο στρατηγικά σημείο (τρύπα) στην παράταξη του, θα προσπαθούσε να δημιουργήσει έστω και το παραμικρό στον αντίπαλο του και να στοχεύσει εκεί. Για να το επιτύχει, ήταν συχνά απαραίτητες κάποιες θυσίες. Ο Κάρποβ έγινε ειδικός σε αυτό που λέμε «στρατηγική θυσία διαφοράς». Οι θυσίες του δεν είχαν να κάνουν με το: δίνω (πχ) πύργο γιατί μετά έχω φορσέ ματ σε 3, 5 ή 10 κινήσεις. Αυτές εξάλλου, είναι ουσιαστικά ψευδοθυσίες, αφού οδηγούν σε φορσέ νίκη. Ο Κάρποβ έδινε υλικό, για να αποκτήσει στρατηγικά πλεονεκτήματα (χώρο, χρόνο, τρύπες στο αντίπαλο στρατόπεδο, αδυναμία στα τετράγωνα του ενός χρώματος, αδυναμίες στην πιονοδομή του αντιπάλου κτλ) τα οποία προσπαθούσε να καταστούν μόνιμα και να τα εκμεταλλευτεί σιγά σιγά, σφίγγοντας γύρω από αυτά. Αυτές οι θυσίες βέβαια, απαιτούν στην συνέχεια χειρουργικό παιχνίδι, γιατί τα ανταλλάγματα γι? αυτές δεν είναι ούτε σαφή ούτε άμεσα. Και όμως ο Κάρποβ έγινε περιβόητος, ακριβώς γι? αυτές τις πολύ «δύσκολες» θυσίες διαφοράς.
Όμως, αυτός ο ίσως (μαζί με τον Κασπάροβ) πιο ολοκληρωμένος παίχτης στην ιστορία του σκακιού, δεν ήταν απλά και μόνο ένας μετρ της στρατηγικής (όπως ο Πετροσιάν ας πούμε ή ο τεράστιος Ακίμπα Ρουμπινστάιν), αλλά όποτε βούταγε στις τακτικές περιπλοκές ήξερε περίφημα να ανταπεξέλθει.
Τα λέω όλα αυτά, γιατί υπάρχει σε πολλούς η άποψη ότι ο Κάρποβ είναι ένας στεγνός στρατηγικός παίχτης. Μάλλον δεν έχουν καταλάβει καλά το παιχνίδι του. Την υποστηρίζει και ο Γιάσερ Σεϊράβαν (τον οποίο εκτιμώ και ως παίχτη και ως συγγραφέα και παρότι το έχω κάνει ήδη, με την ευκαιρία ξαναπροτείνω τα βιβλία του «Στρατηγικές νίκης» και «Τακτικές νίκης»), ο οποίος ενώ στο «Στρατηγικές νίκης» αφιερώνει ξεχωριστό κεφάλαιο στον Κάρποβ (και πώς αλλιώς;) στο «Τακτικές νίκης» γράφει ότι ο σκακιστικός κόσμος ενθουσιάστηκε όταν ο Κασπάροβ με το δυναμικό παιχνίδι του πήρε τον τίτλο από τον Κάρποβ, με το στεγνό στρατηγικό παιχνίδι του. Κάνει λάθος. Δεν είναι ένα στεγνό στρατηγικό παιχνίδι αυτό του Κάρποβ. Η μαγεία του και η ΟΜΟΡΦΙΑ του, είναι οι ελιγμοί πίσω από τις γραμμές, που μοιάζουν με χορογραφία, ελκυστική μεν, αλλά που μοιάζει «άχρηστη», μέχρι να έρθει το σημείο όπου θα αποδειχθεί ότι ο πανέμορφος χορός δεν ήταν καθόλου άχρηστος, καθώς απ? την αρχή, απ? την πρώτη πρώτη κίνηση, στόχευε σ? αυτό το συγκεκριμένο σημείο που κρίθηκε τελικά η μάχη.
Όμως το παιχνίδι του Κάρποβ δεν είναι μόνο αυτό, παρότι η μεγάλη μαγεία του είναι αυτό ακριβώς. Είναι και μαχητικό και οξύ και τακτικό, όπου και όταν χρειάζεται.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι στα πρώτα 64 Informator, κατέκτησε 14 φορές!!! το βραβείο της ωραιότερης παρτίδας, ενώ τα αντίστοιχα νούμερα για τον Κασπάροβ είναι 3 και για τον Φίσερ 2!
Θα μπορούσα να φέρω πάρα πολλές παρτίδες ως παράδειγμα, αλλά θα αρκεστώ σε μία, που μας παρουσιάζει το παιχνίδι του Κάρποβ στην ολότητα του.
Είναι η παρτίδα του με τον Sax για το τουρνουά Λινάρες του 1983. Ο Σαξ είχε ξεκινήσει εντυπωσιακά το τουρνουά και ο Κάρποβ ήθελε τη νίκη οπωσδήποτε, γιατί ήθελε και το τουρνουά.
Δείτε, λοιπόν, πως χρησιμοποιεί την επίθεση Κέρες, εναντίον του σχηματισμού Σεβενίγκεν της Σικελικής Άμυνας, πως θυσιάζει διαφορά για να ελέγξει τα λευκά τετράγωνα, πως προτιμά μετά την κίνηση 22.Αe2 να ακολουθήσει τις περιπλοκές, προκειμένου να διατηρήσει στην σκακιέρα τον πανίσχυρο λευκοτετράγωνο αξιωματικό του και πως τελικά κρίνεται η μάχη, ακριβώς στην κυριαρχία στα λευκά τετράγωνα! Όλο το παιχνίδι του Κάρποβ συμπυκνωμένο σε μια παρτίδα! Και υπάρχουν και άλλες πολλές ανάλογες!
Απολαύστε, λοιπόν, τον μεγαλύτερο (και αυτό είναι θέμα προσωπικού γούστου, ναι) γκραντμέτρ στην ιστορία αυτού του θαυμάσιου παιχνιδιού:
Kαι 3 χαρακτηριστικά βίντεο από τις μάχες Κάρποβ-Κασπάροβ:
http://www.youtube.com/watch?v=UguitR_MbaE&NR=1



Πριν αρχίσω να μιλάω για τον Μπόμπι Φίσερ (ένα έτσι κι αλλιώς δύσκολο εγχείρημα), θα ήθελα να μιλήσω για ένα βιβλίο του Φίσερ.
Το ?My 60 Memorable Games? (ελληνική έκδοση 1985 «Οι 60 αξέχαστες παρτίδες μου» εκδόσεις Αποσπερίτης) δουλεύτηκε με ζήλο από τον Μπόμπι, με την βοήθεια του Λάρι Έβανς και κατατάσσεται πια στα κλασικά βιβλία για το σκάκι. Οι επιλογές των παρτίδων, η ανάλυση και ο σχολιασμός, έχει γίνει από τον ίδιο το Φίσερ.
Προς τιμήν του, δεν είναι και οι 60 νικηφόρες, περιέχει και 3 ήττες του (και μερικές ισοπαλίες), αλλά πραγματικά ο Φίσερ έκανε την επιλογή όχι με βάση τι τον συμφέρει, αλλά την ωραιότητα, τη σπουδαιότητα και τη διαχρονική αξία των παρτίδων. Για την ακρίβεια, πιστεύω ότι δεν είναι παρτίδες. Περισσότερο πρόκειται για 60 ραψωδίες, αφιερωμένες στην Κάισσα!
Μέσα από αυτό γνώρισα τον σκακιστή Μπόμπι Φίσερ και παρότι στα χρόνια που μεσολάβησαν η γνώμη μου άλλαξε σε πολλά πράγματα γι? αυτόν, αυτό που μένει ανεξίτηλο, είναι αυτά τα «τραγούδια ? ύμνοι» στην θεά του σκακιού (καθώς και οι υπόλοιπες παρτίδες του, αυτές που έπαιξε μετά την έκδοση του βιβλίου το 1969 και που όλες, μα όλες, δεν κάνουν τίποτα άλλο απ? το να υμνούν την Κάισσα).
Ο Ρόμπερτ Τζέιμς Φίσερ γεννήθηκε στο Σικάγο του Ιλλινόις στις 9 Μαρτίου 1943 και πέθανε στις 17 Ιανουαρίου του 2008, στην Ισλανδία, τη χώρα που του χάρισε τα πάντα, τον παγκόσμιο τίτλο του και μια υπηκοότητα που τον ξέμπλεξε από ένα σωρό προβλήματα (θα μιλήσουμε παρακάτω) και του έδωσε την ευκαιρία να βρει ένα λιμάνι και να αράξει, απ? τις ατέλειωτες περιπλανήσεις του. Ήταν 64 ετών, όσα και τα τετράγωνα της σκακιέρας!
1.e4 ?
Δύο χρόνια μετά την γέννηση του, ο πατέρας του πήρε διαζύγιο και εξαφανίστηκε, αφήνοντας την μητέρα του Μπόμπι, Ρεγγίνα, με 2 παιδιά (αυτόν και την αδερφή του Τζόαν).
Η Τζόαν, με μια κίνηση που και η ίδια δεν θα μπορούσε να φανταστεί τις συνέπειες της, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ζωή του αδερφού της. Όταν η ίδια ήταν 11 ετών και ο Μπόμπι 6, και ενώ είχε πάει να ψωνίσει απ? το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς, είδε ένα σετ σκακιού. Χωρίς να ξέρει καν τι είναι, σκέφτηκε να το αγοράσει στον αδερφό της, για να απασχοληθεί με κάτι. Επέστρεψε στο σπίτι, με ένα φτηνό σετ σκακιού. Που να φανταζόταν, ότι με αυτή την κίνηση, ξεκινούσε η πορεία προς την κορυφή, ενός από τους μεγαλύτερους σκακιστές όλων των εποχών! (Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε, ότι η Τζόαν έπαιξε το πρώτο 1.e4 στη ζωή του Μπόμπι Φίσερ).
Ο Μπόμπι ερωτεύτηκε αμέσως αυτό «το πράμα», παρότι δεν είχε ιδέα πως παίζεται. Για καλή του τύχη, στην πίσω όψη του κουτιού υπήρχαν οδηγίες με το πώς στήνονται και πως κινούνται τα κομμάτια. Τις έμαθε αμέσως. Δεν του έφτανε αυτό όμως, ήθελε κι άλλα. Έτσι η μητέρα του, που είδε το ενδιαφέρον του γιου της γι? αυτό «το πράμα», του αγόρασε το πρώτο του σκακιστικό εγχειρίδιο. Ο κύβος είχε ριφθεί! Ή καλύτερα, το 1.e4, είχε παιχθεί ήδη στη σκακιέρα της ζωής του Μπόμπι.
Αυτοδίδακτος
Εδώ και πριν προχωρήσουμε παρακάτω, θα πρέπει να τονίσουμε και να το έχουμε υπόψιν μας, ότι το εξαιρετικό στην περίπτωση Φίσερ, αυτό που φαντάζει απίστευτο, σχεδόν μαγικό, είναι ότι ο Μπόμπι υπήρξε ΑΥΤΟΔΙΔΑΚΤΟΣ και συνέχισε μόνος του, γιατί έτσι του άρεσε. Μόνος του, έφτασε να νικήσει την ανίκητη σοβιετική σχολή. Το πράγμα πρέπει να το αναλογιστούμε στην ολότητα του. Δεν ήμαστε στα τέλη του 1800 ή στην πρώτη 10ετία του 1900, όπου όλοι οι παίχτες κάπως έτσι ήταν και που η σκακιστική θεωρία άρχιζε δειλά δειλά να κάνει τα πρώτα της βήματα. Είμαστε στην εποχή όπου το σκάκι λαμβάνει την επιστημονική του θεώρηση. Που κάθε μεγάλος παίχτης έχει γύρω του μια έμπειρη ομάδα αναλυτών. Που ο όγκος της ύλης που πρέπει να μελετηθεί και να δουλευτεί πρακτικά, είναι δυσθεώρητος. Όσοι έχουν ασχοληθεί με την μελέτη έστω και μόνο των ανοιγμάτων καταλαβαίνουν τι εννοώ. Μονάχα η Σικελική Άμυνα (η αγαπημένη του Μπόμπι) έχει 79 κύριες βαριάντες!!! Χρειάζεται να πω με τι γεωμετρικό τρόπο πολλαπλασιάζονται οι υποβαριάντες, ανάλογα με την κύρια γραμμή που θα ακολουθηθεί;; Και ανάφερα μονάχα ένα άνοιγμα! Μην προχωρήσουμε στα υπόλοιπα, στη θεωρία μέσου, στις βασικές στρατηγικές έννοιες, στο λαβύρινθο των φινάλε (που και εκεί ο Μπόμπι ήταν αξεπέραστος). Ακόμα δεν μπορώ να το κατανοήσω, πώς ένας μόνον άνθρωπος, δουλεύοντας και μελετώντας μόνος του, κατάφερε όχι απλώς να παίξει θαυμάσιο σκάκι, αλλά να εκθρονίσει από την παγκόσμια κυριαρχία την Σοβιετική Σχολή, που είχε κάνει το σκάκι επιστήμη. Και όχι μόνο αυτό! Ο Κασπάροβ γράφει: «Ο Φίσερ ήταν πολύ μπροστά από τους άλλους παίχτες των ημερών του. Με αυτό το μέτρο, τον θεωρώ το μεγαλύτερο παγκόσμιο πρωταθλητή».
Αυτό είναι το «μαγικό» στην περίπτωση Φίσερ. Αν ήταν σοβιετικός και ξεπηδούσε μέσα από την σοβιετική σχολή, θα ήταν κάτι εντελώς αναμενόμενο. Ένας ακόμα υπερπαίχτης της σχολής. Όμως αυτός, έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής, ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ.
Για να επιτευχθούν βέβαια, όλα αυτά, το σκάκι έγινε όλη η ζωή του Μπόμπι Φίσερ. Κάποτε ο Μίγκελ Νάιντορφ, συμβούλευε έναν νεαρό παίχτη λέγοντας του: «Αν θέλεις να πετύχεις, πρέπει να βάλεις το σκάκι πρώτο στην ζωή σου. Όμως φοβάμαι ότι δεν αρκεί ούτε αυτό. Πρέπει να το βάλεις και δεύτερο και τρίτο, όπως έκανε ο Φίσερ».
Αλλά πήγαμε πολύ μακριά. Ώρα να γυρίσουμε και πάλι πίσω?
Οι ίπποι χορεύουν ταγκό?
Η μητέρα του έβλεπε ότι ο γιος της ασχολιόταν συνεχώς με το σκάκι και έτσι αποφάσισε όταν ο μικρός ήταν 9 ετών να τον πάει στη λέσχη του Μπρούκλιν. Πήγαινε κάθε Παρασκευή εκεί ο Μπόμπι και έπαιζε παρτίδες, χωρίς ιδιαίτερες επιδόσεις, ενώ άρχισε σιγά σιγά να μετέχει σε τουρνουά, χωρίς και πάλι να προμηνύεται κάτι το ιδιαίτερο? ώσπου, σε ηλικία 13 ετών στο τουρνουά Rosenwald, όχι μόνο κερδίζει τον φημισμένο Donald Byrne, αλλά είναι τέτοια η παρτίδα, που πολλοί μετρ σπεύδουν να της δώσουν τον τίτλο «Παρτίδα του αιώνα», όλη η σκακιστική παγκόσμια κοινότητα μιλάει γι? αυτήν και δημοσιεύεται στα περισσότερα σκακιστικά έντυπα ανά τον κόσμο, και στα σοβιετικά βεβαίως.
Απολαύστε την:
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1008361 1
http://www.youtube.com/watch?v=MtjL1nazlfY
Προσέξτε τον «χορό» του μαύρου ίππου! Κανονική χορογραφία!
11 χρόνια μετά, στο ιντερζονάλ του Σους, ο ίππος θα χορέψει και πάλι έναν παρόμοιο χορό. Είναι η παρτίδα Φίσερ ? Στάιν, μια ωραία (αν και όχι χωρίς λάθη) Ρουί Λόπεζ (Ισπανική). Δείτε την και αυτή:
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1044022 1
Η παραπάνω παρτίδα είναι η 60η και τελευταία που περιλαμβάνει ο Φίσερ στο βιβλίο του. Αμέσως μετά την κίνηση 1.e4? σχολιάζει:
«Δεν ξεκινώ ποτέ παρτίδα με 1.d4. Είναι ζήτημα αρχών»
Άλλοτε θα πει: «1.e4! Η καλύτερη κίνηση για τα λευκά σε αυτή τη θέση» (την αρχική θέση δηλαδή).
Ο Φίσερ εξ αρχής είχε φτιάξει έναν κώδικα αρχών από τον οποίο δεν παρέκλινε σχεδόν ποτέ. Παρ? όλα αυτά, εναντίον του Σπάσκι στον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος έπαιξε και 1.d4!!! Ο ίδιος το δικαιολόγησε (και οι φανατικοί του οπαδοί εμμένουν σ? αυτό), ότι παρέκλινε από τις αρχές του για να δείξει στον κόσμο ότι μπορεί να παίξει και κάτι άλλο. Εγώ πάντως (αν και ελάχιστη σημασία έχει η γνώμη μου) συνεχίζω να πιστεύω ότι ήθελε να αιφνιδιάσει τον Σπάσκι, ο οποίος γνωρίζοντας την εμμονή του Φίσερ με το 1.e4, λογικό είναι στην προετοιμασία του να είχε παραμελήσει (ως μαύρος) τα ανοίγματα 1.d4. Άρα, μπροστά στον παγκόσμιο τίτλο, ο Φίσερ μάλλον έκανε μια υποχώρηση απέναντι στις αρχές του. Αλλά προχωρήσαμε πάλι αρκετά, θα πρέπει πάλι να γυρίσουμε πίσω.
Πριν επιστρέψουμε να κάνω μόνο μια διευκρίνιση. Τα ανοίγματα και οι θέσεις που προκύπτουν μετά από 1.e4 είναι εντελώς διαφορετικής φύσης με αυτά που προκύπτουν μετά από 1.d4. Γενικά, στην πρώτη περίπτωση έχουμε τα λεγόμενα «ανοικτά» και «ημιανοικτά» ανοίγματα, ενώ στην δεύτερη τα «κλειστά». Κάθε παίχτης έχει τις προτιμήσεις του, ενώ υπάρχουν και παίχτες που δεν έχουν σαφή προτίμηση, υπέρ του ενός ή του άλλου. Συνήθως όμως, προσπαθεί κανείς από την επιλογή του ανοίγματος, να προκύψουν θέσεις στις οποίες είναι εξοικειωμένος, νιώθει άνετα και έχει μεγάλη εμπειρία σ? αυτές. (Εγώ πχ εδώ και χρόνια δεν παίζω καθόλου 1.e4 (εκτός αν είμαι σίγουρος ότι ο αντίπαλος θα απαντήσει 1? c5 και πάμε σε μια ωραία σικελική), γιατί δεν μου αρέσουν οι θέσεις που προκύπτουν στις περισσότερες περιπτώσεις. Κάποια φορά, ένας παίχτης λέει σε έναν άλλον, με τον οποίο ετοιμαζόμουν να παίξω, και το λέει δυνατά για να ακούσω, σαν πείραγμα: «Αν σου παίξει 1.e4, ξέρω έναν τρόπο να νικήσεις από την 1η κίνηση!», τον κοιτάει ο άλλος απορημένος, και ο πρώτος συνεχίζει «απάντησε 1? e6 και θα εγκαταλείψει αμέσως από βαρεμάρα!». Πράγματι, βαριέμαι θανάσιμα την Γαλλική Άμυνα).
Τα αναφέρω όλα αυτά για να δείξω την σημασία της επιλογής στο σκάκι, από την πρώτη κιόλας κίνηση.
Grandmaster ετών ?15
Η άνοδος του Μπόμπι από δω και πέρα είναι σταθερή, όχι εκρηκτική, όπως του Ταλ ας πούμε, αλλά σταθερά ανοδική.
Στα 14 κατακτά το πρωτάθλημα εφήβων ΗΠΑ, και στα 15 το πρώτο του πρωτάθλημα ανδρών!, ενώ ταυτόχρονα γίνεται ο νεότερος υποψήφιος για το παγκόσμιο πρωτάθλημα και ο νεαρότερος (ως τότε) γκρανμετρ! Ο Φίσερ κατακτά τον ανώτατο σκακιστικό τίτλο στα 15 του. Φαντάζει (για την εποχή) εξωπραγματικό. Στις μέρες μας βέβαια, όλα πάνε πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα ο Καριάκιν, γεννηθείς το 1990, έγινε γκρανμετρ το 2002 σε ηλικία 12 ετών και 7 μηνών, σπάζοντας κάθε ρεκόρ, ενώ ακολούθησε ο Νορβηγός Κάρλσεν, ο οποίος έγινε γκρανμετρ στα 13! Έτσι όπως πάει το σκάκι (ή μάλλον και το σκάκι) σε μερικά χρόνια, αν δεν είσαι ήδη γκρανμετρ από τα 8, θα θεωρείσαι ξοφλημένος από το άθλημα. Αλλά αυτό είναι θέμα μιας άλλης συζήτησης?
Λίγο πριν γίνει γκρανμετρ, υπάρχει ένα ωραίο περιστατικό από το τουρνουά του Πορτορόζ το 1958. Στην παρτίδα του με τον GM Γιούρι Άβερμπαχ, ο μικρός Φίσερ πρότεινε ισοπαλία στην 21η κίνηση (αργότερα δεν πρότεινε ποτέ ισοπαλίες) και ο Άβερμπαχ έκανε δεκτή την πρόταση. Μετά την παρτίδα τον ρωτούσαν γιατί συμφωνήθηκε μια τόσο γρήγορη ισοπαλία και ο Φίσερ απάντησε: «Είναι απλό. Φοβόμασταν πολύ και οι δύο. Εγώ μήπως χάσω από έναν γκρανμετρ και ο Άβερμπαχ μήπως χάσει από ένα παιδί!».
Ο Φίσερ συνεχίζει και παίρνει άλλες 3 σερί χρονιές το πρωτάθλημα ΗΠΑ. Γι? αυτόν είναι πια παιχνιδάκι. Αρχίζει να στοχεύει ήδη στο παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Στο μεταξύ (στα 16 του) εγκαταλείπει το σχολείο, για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στα ασπρόμαυρα τετράγωνα.
Για την απόφαση του αυτή δήλωσε: «Τίποτε δεν μαθαίνεις στα σχολεία, είναι χάσιμο χρόνου. Οι δάσκαλοι είναι ηλίθιοι, δεν θα έπρεπε να υπάρχουν δασκάλες! Είναι μια γελοιότητα όλο αυτό το πράγμα». Αρχίζουν σιγά σιγά να κάνουν την εμφάνιση τους οι τάσεις μεγαλομανίας του. Επίσης ο μισογυνισμός του και ο αντισημιτισμός του. Για τις γυναίκες σκακίστριες θα πει: «Είναι όλες άσχετες, δεν θα έπρεπε να ασχολούνται με το σκάκι. Μπορώ να τις νικήσω όλες, ακόμα και χωρίς τους Ίππους μου».
Αρχίζει να αντιδρά στα πάντα και να εγκαταλείπει τουρνουά, επειδή δεν του αρέσει ο φωτισμός ή η ώρα των αγώνων ή οι χορηγοί (εδώ έχει ένα δίκιο). Θέτει πάντα όρους και αν δεν ικανοποιηθούν όλοι αποσύρεται. Είναι μοναχικός, ιδιόρρυθμος. Εγκαταλείπει το ιντερζονάλ του 1967 (από κει είναι η παρτίδα με τον Στάιν που είδαμε πιο πάνω) ενώ είναι πρώτος, γιατί ενοχλήθηκε με την αλλαγή της ώρας μιας συνάντησης. Εγκαταλείπει για 2 σχεδόν χρόνια το σκάκι. Ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται. Στην πραγματικότητα προετοιμάζεται πυρετωδώς, μόνος του, γιατί ο στόχος πλέον είναι ξεκάθαρος: Το παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Επανεμφανίζεται το 1970. Τότε ήταν να γίνει το ματς του αιώνα, μεταξύ της μικτής κόσμου και της ΕΣΣΔ. Ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής, ο σεβαστός από όλους, Ολλανδός Δρ. Μάξ Όιβε, είχε αναλάβει προπονητής της μικτής κόσμου. Μάζεψε λοιπόν τους καλύτερους γκρανμετρ (πλην ΕΣΣΔ) και σε μια αίθουσα, άρχισε να τους κατατάσσει σε σκακιέρες. Παρόντος του Μπόμπι Φίσερ, ο Όιβε θεώρησε αυτονόητο να τον βάλει πρώτη σκακιέρα. Δεν το θεώρησε αυτονόητο όμως, ο πανίσχυρος γκρανμετρ Δανός Μπεντ Λάρσεν, ο οποίος εξεμάνει λέγοντας στον Όιβε: «Τοποθετείς τον Μπόμπι πρώτη σκακιέρα, από τη στιγμή που έχει 2 χρόνια να παίξει επίσημο σκάκι, ενώ εγώ σ? αυτά τα δύο χρόνια έχω σαρώσει τα τουρνουά; Απαιτώ την 1η σκακιέρα». Οι υπόλοιποι γκρανμετρ που ήταν στην αίθουσα, έπιασαν το κεφάλι τους και θα σκέφτηκαν κάπως έτσι: «Τώρα θα σηκωθεί ο Μπόμπι και θα γίνει χαμός. Η μικτή κόσμου θα διαλυθεί πριν καν συγκροτηθεί». Πράγματι ο Φίσερ σηκώθηκε, αλλά προς έκπληξη όλων είπε στον Όιβε: «Ο Μπεντ έχει δίκιο. Δικαιούται απόλυτα την 1η σκακιέρα. Τα αποτελέσματα του μιλούν από μόνα τους. Του την παραχωρώ με ευχαρίστηση. Είναι ζήτημα αρχών. Θα περιοριστώ στη 2η». Ο σκακιστικός κόσμος, λαμβάνοντας υπόψιν την ιδιοσυγκρασία του Φίσερ (ήδη από τα 15 δεν δεχόταν ότι έχει υπάρξει σκακιστής καλύτερος απ? αυτόν και το διατυμπάνιζε με προκλητικές δηλώσεις), εξάρει ακόμα αυτήν του τη στάση.
Εγώ, πάλι, βλέπω έναν συγκροτημένο υπολογισμό: Ο Μπόμπι επέστρεψε για να γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο κάτοχος του τίτλου, στον οποίο θα έπρεπε να φθάσει ήταν ο Μπόρις Σπάσκι. Ο Φίσερ ήξερε ότι 1η σκακιέρα στην ΕΣΣΔ θα έπαιζε ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Πιστεύω ότι δεν ήθελε στην δεδομένη στιγμή μια άμεση σύγκρουση μαζί του. Δεν ήθελε να του αποκαλύψει τα όπλα του. Θα ερχόταν η ώρα του Σπάσκι, αλλά όχι τώρα. Έτσι προτίμησε να καθίσει απέναντι στον Τίγκραν Πετροσιάν στην 2η σκακιέρα. Αλλά αυτή είναι μια δική μου εικασία. Μπορεί να στέκει, μπορεί και όχι.
Η αποχή του Μπόμπι παραλίγο να του στοιχήσει την συμμετοχή στο νέο ιντερζονάλ τον διεκδικητών καθώς δεν είχε λάβει μέρος στο τελευταίο πρωτάθλημα ΗΠΑ, το οποίο αποτελούσε προκριματικό. Του παραχώρησε όμως τη θέση του ο Μπένκο. Ο Μπόμπι ήταν η μοναδική ελπίδα των ΗΠΑ να φτάσουν στον παγκόσμιο τίτλο.
Στο ιντερζονάλ της Μαγιόρκα το 1970, τερμάτισε άνετα πρώτος και έτσι προκρίθηκε για τους τελικούς των υποψηφίων.
Παίζετε ωραίο ?πιάνο κύριε Ταϊμάνοβ!
Πρώτος αντίπαλος ο εξαιρετικός γκρανμετρ και πιανίστας, Μάρκ Ταϊμάνοβ. Ο Φίσερ κάνει το ανεπανάληπτο. Επικρατεί με 6-0!!!
Στην τελευταία παρτίδα, την ώρα που εγκατέλειψε ο Ταϊμάνοβ, τείνοντας το χέρι στον Φίσερ, ψυθίρισε θλιμμένα: «Τώρα μου απέμεινε μονάχα η μουσική μου».
Σε τέτοιο επίπεδο το 6-0 είναι ανεπανάληπτο. Ο Αλιέχιν είχε πει όταν αντιμετώπιζε τον Καπαμπλάνκα στον τελικό: «Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα νικήσω 6 φορές τον αντίπαλο μου. Ακόμα περισσότερο, δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα το κάνει εκείνος»
Και αναφερόταν σε νίκη (πχ με 6-5), απλά θεωρούσε δύσκολο ένας από τους δύο να νικήσει 6 φορές! Όχι 6-0?
Πώς είπατε κύριε Λάρσεν;;;
Στην συνέχεια, ήταν ο Δανός Μπέντ Λάρσεν. Με τρομερή αυτοπεποίθηση, όπως πάντα, ο Δανός (και με ένα τεράστιο εγώ), έκανε την εξής δήλωση, που έδειχνε ότι όχι μόνο δεν φοβάται τον Φίσερ, αλλά ούτε τον Πετροσιάν και το Σπάσκι:
«Μην έχετε καμία αμφιβολία. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής του 1972 θα ακούει στο όνομα Μπεντ Λάρσεν!».
Ο Φίσερ δεν απάντησε. Είχε όμως μια εκκωφαντική απάντηση πάνω στη σκακιέρα: ΦΙΣΕΡ ? ΛΑΡΣΕΝ 6-0 !!!
Ο σκακιστικός κόσμος είχε πάθει σοκ! Δεύτερο συνεχόμενο 6-0 σε τέτοιο επίπεδο; Στην τελική σειρά διεκδικητών του παγκοσμίου τίτλου;; «Τι στο καλό συμβαίνει εδώ; Εξωγήινος είναι;;», «Ούτε σιμουλτανέ με αρχάριους να έπαιζε?». Τέτοια και άλλα παρόμοια σχόλια, έκανε η σκακιστική κοινότητα, προκειμένου να βρει τις λέξεις για να περιγράψει αυτό το ΑΔΥΝΑΤΟ.
Το σκορ 6-0 έμεινε στην σκακιστική ιστορία ως «φισερικό».
(Αυτό ακριβώς το «φισερικό 6-0» ήταν που «αποπλάνησε» τον Κάρποβ 13 χρόνια μετά στο ματς με τον Κασπάροβ. Πίστευε ότι φθάνοντας στο 6-0 θα ξόρκιζε μια για πάντα το φάντασμα του Φίσερ και μπλέχθηκε στον κυκεώνα των ισοπαλιών, μέχρι που ο Κασπάροβ ανασυντάχθηκε).
[CENTER]Μπόμπι ο ?τίγρης.[/CENTER]
Είχαμε φτάσει πια στον ημιτελικό. Εκεί περίμενε ο Τίγκραν Πετροσιάν. Ένας παίχτης που δεν χάνει σχεδόν ποτέ. Ένας παίχτης συνώνυμο των ισοπαλιών. Κάτεχε την προφύλαξη περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Πρώτα εξασφάλιζε την ισοπαλία και έπειτα εφορμούσε, μόνον αν έβλεπε σημαντικές προοπτικές νίκης.
Ο Φίσερ ήξερε ότι εδώ «φισερικό σκορ» δεν μπορούσε να υπάρξει.
Νίκησε όμως με το εξίσου εντυπωσιακό 6,5 ? 2,5! Είχε διαλύσει και τον Πετροσιάν. Τώρα ήταν η σειρά του Σπάσκι!
(Συνεχίζω σε 2ο ποστ, λόγω μεγέθους κειμένου…)

  • Καλώς σας βρήκα, Grandmaster Spassky![/COLOR][/CENTER]
    Ο τελικός του παγκοσμίου πρωταθλήματος του 1972, διεξήχθη στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας, μεταξύ των κορυφαίων αναμφισβήτητα παιχτών της εποχής και δύο διαμετρικά αντίθετων χαρακτήρων, που ωστόσο, παρέμειναν για πάντα φίλοι. (Ο Μπόρις Σπάσκι ήταν μάλλον ο μόνος άνθρωπος πάνω στη γη, που ο Φίσερ θα δεχόταν να προσφωνήσει «φίλε!». Και ο Μπόρις τον αγάπησε με όλα τα ελαττώματα και τις ιδιοτροπίες του και δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, ούτε του χάλασε ποτέ χατίρι, αντίθετα σε μια κρίσιμη στιγμή για τη ζωή του Φίσερ(θα μιλήσουμε παρακάτω), έδωσε τιτάνια μάχη για να βοηθήσει το φίλο του. Φυσικά δεν χολώθηκε από την ήττα του. Όπως λέει ο Φάιν, ο Σπάσκι ήταν ο μόνος από τους παγκόσμιους πρωταθλητές που δεν απολάμβανε τη συντριβή των αντιπάλων του. Ο Σπάσκι ήθελε να παίζει σκάκι! Ωραίο σκάκι! Σχεδόν αδιάφορος για το αποτέλεσμα).
    Ο Φίσερ φυσικά, έθεσε πάλι (όπως πάντα) τους όρους του. Ικανοποιήθηκαν όλοι, έστω και την τελευταία στιγμή, και το ματς έγινε κανονικά.
    Ο Φίσερ κέρδισε εύκολα, με σκορ 12,5 ? 8,5 (7 νίκες για τον Μπόμπι, 3 για τον Μπόρις και 11 ισοπαλίες).
    Στην τελευταία παρτίδα, ο Σπάσκι εγκαταλείποντας, σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να χειροκροτεί τον Φίσερ, παροτρύνοντας και τους θεατές να κάνουν το ίδιο. Για αρκετή ώρα, όλη η αίθουσα αποθέωνε τον Αμερικανό γκρανμετρ, τον νέο παγκόσμιο πρωταθλητή.
    Ήταν πια και τυπικά, ο βασιλιάς των 64 τετραγώνων.
    Το βίντεο είναι από τη συνάντηση του Ρέικιαβικ:
    http://www.youtube.com/watch?v=C9XgReXHWw8&feature=fvst 2
Στην συνέχεια ο Φίσερ εξαφανίστηκε από κάθε σκακιστική διοργάνωση για 3 χρόνια και επανεμφανίστηκε μόνον όταν ο Κάρποβ έφτασε ως αυτόν, ως διεκδικητής το 1975. Όχι όμως για να παίξει σκάκι, αλλά για να θέσει νέους όρους. Δεν ικανοποιήθηκαν όλοι, οπότε ο Φίσερ φόρεσε το καπελάκι του στραβά?
Ο Κάρποβ πήρε τον τίτλο, χωρίς να παίξει τελικό. Δεν το ξεπέρασε ποτέ. Ούτε όταν υπερασπίστηκε τον τίτλο του 2 φορές απέναντι στον Κορτσνόι, ούτε όταν έπαιρνε σβάρνα τα τουρνουά ανά την υφήλιο και τα κατακτούσε όλα. (Ίσως αν κατάφερνε εκείνο το «φισερικό 6-0» απέναντι στον Κασπάροβ?)
Ο Φίσερ απομονώθηκε τελείως όχι μόνο από τον σκακιστικό κόσμο, αλλά από τον κόσμο γενικότερα.
Το 1992, εντελώς ξαφνικά επανεμφανίζεται και δηλώνει πρόθυμος να παίξει σκάκι. Οι όροι του αυτή τη φορά είναι ?ένας.
Θα δεχόταν να παίξει όχι εναντίον του Κάρποβ, όπως θα επιθυμούσαν όλοι, αλλά μόνο εναντίον του φίλου του, Μπόρις Σπάσκι. Η σκακιστική κοινότητα ήθελε όσο τίποτα την επιστροφή του Φίσερ. Θα τόνωνε το άθλημα από κάθε άποψη. Ειδικά ένα ματς με τον Κάρποβ. Ο Φίσερ ήταν ανένδοτος. Φυσικά ο Σπάσκι, αν και αποσύρονταν σιγά σιγά, δεν του χάλασε το χατίρι.
Το ματς αποφασίστηκε να γίνει στο Σβέτι Στέφαν και στο Βελιγράδι της Γιουγκοσλαβίας. Η αμερικανική κυβέρνηση προειδοποίησε τον Φίσερ, ούτε να το σκεφτεί να σπάσει το εμπάργκο της Γιουγκοσλαβίας. Ο Φίσερ φυσικά, γέλασε με την ψυχή του! Ούτε με την απειλή του αποσπάσματος δεν θα έκανε πίσω. Το ματς έγινε, ο Φίσερ κέρδισε ξανά, αν και το παιχνίδι και των δύο δεν μπορούσε να φτάσει στα ύψη του παρελθόντος.
Στην συνέχεια αρχίζει η μεγάλη περιπέτεια του Μπόμπι. Καταζητείτε από την αμερικανική κυβέρνηση για το σπάσιμο του εμπάργκο (στην κατηγορία προστέθηκαν και φορολογικά παραπτώματα για να δέσει καλύτερα το γλυκό).
Ο Φίσερ εξαφανίζεται από προσώπου γης κυριολεκτικά. Στα 12 χρόνια που περνάνε ως το κομβικό 2004, κάνει διάφορες εμφανίσεις (κυρίως σε μέσα, κυρίως ραδιόφωνα) στις χώρες που κρύβεται. Και αμέσως μετά αλλάζει χώρα.
Στις 11/9/2001 βρίσκονταν στις Φιλιππίνες. Μόλις άκουσε τα νέα για την πτώση των δίδυμων πύργων, κάνει παρέμβαση σε ένα ραδιοφωνικό σταθμό των Φιλιππίνων και λέει το εξής: «Υπέροχα νέα σήμερα!». Ο αντισημιτισμός του έχει αναμιχθεί και έχει γίνει ένα με τον αντιαμερικανισμό του.
Το 2004 συλλαμβάνεται στην Ιαπωνία με πρόσχημα την παραβίαση του νόμου περί αλλοδαπών, καθώς η αμερικάνικη κυβέρνηση έχει ακυρώσει το διαβατήριο του και ζητεί αμέσως μετά την σύλληψη, την έκδοση του.
Ο Μπόρις Σπάσκι αντιδρά άμεσα. Ξεσηκώνει την σκακιστική κοινότητα και γενικά πολλές προσωπικότητες από όλους τους χώρους για να βρεθεί μια λύση για τον Μπόμπι. Στέλνει επιστολή στον Αμερικανό πρόεδρο. Του λέει μεταξύ άλλων πόσο μεγάλος παίχτης υπήρξε ο Μπόμπι, πως κέρδισε μόνος του μια στρατιά και αυτολεξεί τα παρακάτω: «Ο Μπόμπι είναι μια τραγική προσωπικότητα? Είναι ένας έντιμος και καλοπροαίρετος άνθρωπος. Απόλυτα μη κοινωνικός. Δεν είναι αποδεκτός με τα μέτρα της ζωής του καθένα. Έχει μια υψηλή αίσθηση δικαιοσύνης και είναι απρόθυμος να συμβιβαστεί, τόσο με τη συνείδηση του, όσο και με τους άλλους ανθρώπους».
Και καταλήγει: «Αν επιμένετε να τον φυλακίσετε, δικάστε και εμένα για τα ίδια παραπτώματα, βάλτε μας στο ίδιο κελί και δώστε μας μια σκακιέρα».
Ο Μπόμπι μαθαίνει την επιστολή του Μπόρις από το κελί του στην Ιαπωνία, και θυμώνει μαζί του, επειδή τον παρουσιάζει στην επιστολή ως αλλόκοτο άνθρωπο. Του απαντά με χιούμορ: «Μπόρις, δεν σε θέλω στο κελί μου! Στείλε μου την Κόστενιουκ!» (Η Αλεξάνδρα Κόστενιουκ είναι Ρωσίδα σκακίστρια).
Ο Μπόρις όμως συνεχίζει να μάχεται. Ξέρει ότι αν ο Φίσερ εκδοθεί στις ΗΠΑ τον περιμένει τουλάχιστον 10ετη φυλάκιση μ? αυτά που του ?χουν μαζέψει.
Τελικά πείθεται η Ισλανδία, η χώρα στην οποία στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής και του παραχωρεί υπηκοότητα.
Φεύγει από την Ιαπωνία ως Ισλανδός πολίτης για το Ρέικιαβικ.
Εδώ έχω ένα βίντεο, κατά την αναχώρηση του, που δίνει τη δική του εκδοχή για τα πράγματα:
http://www.youtube.com/watch?v=QryuMf8qZ0g 2
Έζησε στην Ισλανδία ως το θάνατο του, από νεφρική ανεπάρκεια, ακροβατώντας στην παράνοια.

Έχω ξεκινήσει να σχεδιάζω ένα ποστ με θέμα το Ελληνικό Σκάκι, αλλά επειδή μάλλον θα αργήσω να το ολοκληρώσω, καθώς χρειάζεται χρόνο, ο οποίος τη δεδομένη στιγμή δεν υπάρχει, θα συνεχίσω με μερικά περιστατικά από την ιστορία του σκακιού, μέχρι να ετοιμαστεί το «Ελληνικό Σκάκι».
ΣΙΚΕΛΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
Η Σικελική Άμυνα (1e4 c5) είναι μάλλον το δημοφιλέστερο άνοιγμα και σχεδόν αποκλειστική απάντηση στο 1.e4 στις παρτίδες των περισσοτέρων σκακιστών. Λόγω τις ασυμμετρίας που δημιουργεί, με πάρα πολλές στρατηγικές και τακτικές ιδέες, δίνει μεγάλες τύχες νίκης και στα μαύρα.
Στο Ιντερζονάλ του Γκέτεμποργκ, το 1955, η τύχη τα έφερε έτσι, που την ίδια μέρα και ώρα, τρεις Αργεντινοί γρανμέτρ, οι Νάιντορφ, Πάνο και Πίλνικ, έπαιζαν με τα μαύρα εναντίον τριών Σοβιετικών, των Κέρες, Γκέλερ, Σπάσκι.
Οι Αργεντινοί συναντήθηκαν και αποφάσισαν να παίξουν και οι 3 Σικελική Άμυνα, αλλά όχι κάποια από τις γνωστές βαριάντες, αλλά μια ριψοκίνδυνη καινοτομία που είχαν ανακαλύψει και είχαν μελετήσει εις βάθος (ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν). Λόγω τις δυναμικότητας των Σοβιετικών παιχτών και ξέροντας ότι έχουν λίγες πιθανότητες νίκης, αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν σ? αυτή τη συνάντηση το κρυφό τους όπλο, με στόχο να αιφνιδιάσουν τους αντιπάλους τους, να τους βγάλουν έξω από τα θεωρητικά μονοπάτια, ενώ οι ίδιοι είχαν αναλύσει εξονυχιστικά τη βαριάντα.
Οι συναντήσεις ξεκίνησαν (έπαιξαν ως εξής: Κέρες ? Νάιντορφ, Σπάσκι ? Πίλνικ και Γκέλερ ? Πάνο) με τις ίδιες ακριβώς 10 κινήσεις (προέκυψε ακριβώς η ίδια θέση). Οι Σοβιετικοί είχαν βρεθεί μπροστά στην καινοτομία. Όμως?
Πρώτος ο Έφιμ Γκέλερ είδε τη συνέχεια που κερδίζει για τα λευκά και θυσίασε τον ίππο του στο e6. Μαύρα σύννεφα άρχισαν να ζώνουν τους Αργεντινούς. Δεν είχαν λάβει καθόλου υπόψιν τους τη δυνατότητα θυσίας του λευκού ίππου. Αλλά, βέβαια, δεν είχαν τελειώσει τα πάντα ακόμα?
Εικάζεται ότι οι Σπάσκι και Κέρες δεν σκέφτηκαν και οι ίδιοι τη θυσία, αλλά είδαν την κίνηση του Γκέλερ στις μεγάλες μαγνητικές σκακιέρες (αυτές χρησιμοποιούνταν τότε) όπου αναπαρίσταντο οι κινήσεις για να μπορούν να παρακολουθούν οι θεατές. Με δεδομένο ότι οι θέσεις στις 3 σκακιέρες ήταν ακριβώς οι ίδιες εκείνη τη στιγμή και ότι ο Γκέλερ έπαιξε πρώτος την κίνηση από τους άλλους δύο, η εικασία μοιάζει να έχει βάση.
Μετά την κίνηση του, ο Γκέλερ «μέτρησε» μερικές βαριάντες, σηκώθηκε με ύφος που δήλωνε απόλυτη σιγουριά και βγήκε για τσιγάρο μέχρι να σκεφτεί ο αντίπαλος του (ο Πάνο). Μέχρι να βγει, είχαν προχωρήσει και οι άλλοι δύο Σοβιετικοί στη θυσία. Ο Νάιντορφ που κατάλαβε ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά, ακολούθησε τον Γκέλερ, θέλοντας πια να χρησιμοποιήσει και το τελευταίο όπλο. Την ψυχολογία. Πήγε δίπλα στον Γκέλερ και του είπε: «Έφιμ, δεν έχετε καμιά τύχη. Έχουμε αναλύσει εξονυχιστικά την βαριάντα. Χάνετε σε όλες τις περιπτώσεις». Ο Γκέλερ χαμογέλασε, έσβησε το τσιγάρο και με το ίδιο ύφος απόλυτης σιγουριάς γύρισε στη σκακιέρα του και θυσίασε και δεύτερο κομμάτι. Μετά τη δεύτερη θυσία, το ύφος του Γκέλερ έδειχνε ότι περισσότερο τον απασχολούσε πως θα περάσει το βράδυ του, παρά τα τεκταινόμενα στη σκακιέρα. Τα πάντα γι? αυτόν είχαν κριθεί.
Οι άλλοι δύο, ακολούθησαν τον Γκέλερ και στη δεύτερη θυσία, γεγονός που κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι περισσότερο παρακολουθούσαν στη μαγνητική σκακιέρα τη συνάντηση Γκέλερ ? Πάνο, παρά τη δική τους παρτίδα.
Μετά τη 2η θυσία η πτέρυγα του μαύρου βασιλιά είχε αποδυναμωθεί τόσο, ώστε ο μαύρος μονάρχης βρισκόταν πια ανυπεράσπιστος απέναντι στα σοβιετικά πυρά. Οι 3 παρτίδες από το σημείο αυτό και μετά πήραν διαφορετικούς δρόμους, αλλά είχαν ίδια κατάληξη. Συντριβή των Αργεντινών.
Εδώ είναι η παρτίδα Γκέλερ - Πάνο:
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1048762 2
Εδώ η Κέρες - Νάιντορφ:
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1255552 1
Και αυτή είναι η Σπάσκι - Πίλνικ:
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1128338 1
Το συγκεκριμένο απόγευμα έμεινε στην ιστορία ως «Σικελικός Εσπερινός».
Δείχνει πόσο μπροστά ήταν η σοβιετική σχολή και τι δυνατότητες είχαν οι παίχτες της να ανταπεξέρχονται σε καινοτομίες. Ουσιαστικά, πόσο βαθειά κατανόηση του σκακιού είχαν αποκτήσει. Ακόμη κι αν τελικά την καινοτομία την κατέρριψε ο ένας και οι άλλοι δύο έκαναν απλά ?σκονάκι.
ΠΩΣ ΤΗΝ ?ΠΑΤΗΣΕ Ο ΣΤΑΪΝΙΤΣ
Ο Βίλελμ Στάινιτς, ο πρώτος παγκόσμιος πρωταθλητής, δεν διέθετε μέσα βιοπορισμού. Και επειδή το σκάκι τότε δεν ήταν επαγγελματικό, ο παγκόσμιος τίτλος του, μπορεί να χόρταινε την ψυχή του, όχι όμως και το στομάχι του. Έτσι ο Στάινιτς, μην έχοντας τι άλλο να κάνει, σύχναζε σε καφενεία και έπαιζε σκάκι με στοίχημα, προκειμένου να βιοποριστεί.
Κάποια περίοδο είχε πιάσει πελάτη έναν εύπορο κύριο, ο οποίος όμως ήταν εντελώς άσχετος και έτσι ο Στάινιτς είχε «σωθεί».
Ένα βράδυ και ενώ περπατούσε με έναν φίλο του προς το καφενείο, όπου τον περίμενε ο «πελάτης», ο φίλος του γυρνάει και του λέει:
  • «Βίλελμ, το έχεις παρακάνει με αυτόν τον άνθρωπο και στο τέλος θα τον χάσεις.»
  • «Και τι να κάνω δηλαδή;»
  • «Τον έχεις κερδίσει πάνω από 100 σερί φορές. Θα βαρεθεί, θα απογοητευτεί και θα φύγει. Άφησε τον να κερδίσει μια παρτίδα, να γλυκαθεί, να έχει κίνητρο, να του γεννηθεί η ελπίδα. Κάθε 50 παρτίδες δίνε του μία. Θα τον έχεις για πάντα και δεν χρειάζεται να ανησυχείς για το μεροκάματο σου»
  • «Λοιπόν, σα να ?χεις δίκιο?»
    Ο Στάινιτς μπήκε στο καφενείο και άρχισε την παρτίδα με σκοπό να υλοποιήσει την ιδέα του φίλου του. «Έστησε» κομμάτι, αλλά ο άλλος δεν μπορούσε να νικήσει. «Έστησε» και δεύτερο, αλλά τίποτα. Αφού κατέβαλε τιτάνιες προσπάθειες για να ?χάσει, ο άλλος τελικά κατάφερε να κερδίσει. Με το που έγινε αυτό, ο «πελάτης» ανέβηκε πάνω στην καρέκλα και φώναξε για να τον ακούσουν όλοι: «Ω θεοί, τι μέρα κι αυτή! Νίκησα τον παγκόσμιο πρωταθλητή!».
    Στη συνέχεια έκατσε πάλι στην καρέκλα και δίνοντας το χέρι του στον Στάινιτς του είπε: «Ξεκίνησα να παίζω μαζί σου, με μοναδικό σκοπό να κάνω μια νίκη απέναντι στον παγκόσμιο πρωταθλητή. Από τη στιγμή που το πέτυχα, δεν χρειάζεται να συνεχίσουμε. Σε χαιρετώ!» Και σηκώθηκε και έφυγε?
    Ο Στάινιτς πήρε το βασιλιά του στο χέρι, άρχισε να τον σφίγγει και με ερευνητικό βλέμμα, να ψάχνει το κεφάλι του φίλου του μες το καφενείο?
ΟΤΑΝ Ο ΚΟΡΤΣΝΟΪ ΝΙΚΗΣΕ ΤΟΝ ?ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ!
Ο Βίκτωρ Κορτσνόι φημίζεται για την μαχητικότητα του και για το ότι ποτέ δεν χαρίζει τίποτα σε κανέναν.
Είμαστε στο έτος 1963, ο Ταλ με τον Κορτσνόι ταξιδεύουν στην Αβάνα, προκειμένου να δώσουν μερικά σιμουλτανέ.
Μια μέρα, ανάμεσα στους αντιπάλους του Κορτσνόι, ήταν ο Τσε Γκεβάρα. Ένας Κουβανός επίσημος πλησίασε τον Κορτσνόι πριν τις παρτίδες και του είπε: «Ο Τσε έχει μεγάλο πάθος για το σκάκι, αλλά όπως και να το κάνουμε είναι αδύναμος παίχτης. Ειδικά απέναντι σε σένα. Θα ήταν όμως πολύ ευτυχής αν έκανε ισοπαλία μαζί σου». Ο Κορτσνόι κατάλαβε το υπονοούμενο και κούνησε το κεφάλι, μάλλον ως ένδειξη αποδοχής του αιτήματος.
Μετά, στο ξενοδοχείο, τον ρωτάει ο Ταλ:
  • «Πώς πήγε;»
  • «Ε, τι ρωτάς; Τους κέρδισα όλους».
  • «Και τον Τσε;» έκπληκτος ο Ταλ!
  • «Ναι και τον Τσε! Δεν έχει ιδέα στην Καταλανική παρτίδα»!!!, απάντησε ο Βίκτωρ που πάνω στη σκακιέρα δεν καταλάβαινε (και δεν καταλαβαίνει ακόμα, ο τρομερός γερόλυκος!) τίποτα!
Αφού σας ευχαριστήσω όλους για τα σχόλια σας, να παραθέσω ένα κείμενο για το ελληνικό σκάκι, όσο γίνεται πιο σύντομο και περιεκτικό. Πλήρης παρουσίαση του θέματος, θα ήταν βέβαια αδύνατο να γίνει στον διαθέσιμο χώρο, γι? αυτό θα υπάρχουν σίγουρα λάθη και παραλείψεις. Αλλά είναι μια μικρή σύνοψη, της μικρής έτσι κι αλλιώς ιστορίας του ελληνικού σκακιού?
ΖΑΤΡΙΚΙΟΝ
Ξεκινώντας λοιπόν να γράψω δυο πράγματα για το ελληνικό σκάκι, είμαι υποχρεωμένος να αρχίσω με την τετριμμένη έκφραση «Η διάδοση και ανάπτυξη του ελληνικού σκακιού υπήρξε χαρακτηριστικά καθυστερημένη?». Από την άλλη, για ποιο, διάβολε, θέμα να μιλήσει κανείς, όσον αφορά τη χώρα μας, και να καταφέρει να αποφύγει την συγκεκριμένη, τετριμμένη, κουραστική και «φθαρμένη» από την χρησιμοποίηση φράση; Βέβαια τα αίτια γι? αυτό είναι πολλά. Ιστορικά, κοινωνικά κτλ και δεν έχει νόημα τώρα να τα πιάσουμε ένα ένα. Η ουσία είναι ότι και στο σκάκι μείναμε αρκετά πίσω και μόνο τις τελευταίες δεκαετίες γίνονται προσπάθειες να κερδίσουμε το χαμένο έδαφος και να αποκτήσουμε μια σεβαστή θέση στο παγκόσμιο σκακιστικό στερέωμα.
Μέχρι το 1948, όχι μόνο η διάδοση του σκακιού και οι διοργανώσεις ήταν υποτυπώδεις, αλλά ήταν εντελώς ανύπαρκτη και η διοικητική οργάνωση του αθλήματος. Μόλις τότε, ιδρύθηκε η ΕΣΟ (Ελληνική Σκακιστική Ομοσπονδία) και άρχισαν σιγά σιγά να μπαίνουν σε σειρά κάποια πράγματα και να υπάρχουν σταθερές διοργανώσεις.
Η πρώτη καταγεγραμμένη παρτίδα που υπάρχει με τόπο διεξαγωγής τη χώρα μας, χρονολογείται το 1874, όπου όμως οι αντίπαλοι δεν ήταν Έλληνες παίχτες, απλώς δηλώνεται ως τόπος διεξαγωγής η Ελλάδα.
Ωστόσο, το πρώτο ελληνικό σκακιστικό βιβλίο κυκλοφορεί το 1894, από το βιβλιοπωλείο της Εστίας και είναι το «Εγχειρίδιο Ζατρικίου» του Ολιβιέ, ενός Γάλλου που έμενε μόνιμα στη χώρα μας.
Στο μεσοπόλεμο, εμφανίζονται οι δύο πρώτοι ισχυροί Έλληνες σκακιστές. Πρόκειται για τους Φρυγανά και Ιατρίδη, οι οποίοι όμως ήταν φοιτητές στην αλλοδαπή και εκεί έμαθαν να παίζουν σκάκι. (Ο Φρυγανάς αν δεν κάνω λάθος στην Γερμανία, όπου υπήρχαν πολλές σκακιστικές λέσχες και το επίπεδο ήταν υψηλότατο).
Το πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα διοργανώθηκε υποτυπωδώς το 1934 και το κέρδισε ο Παπαντωνίου (Φρυγανάς και Ιατρίδης δεν συμμετείχαν αφού έλειπαν στο εξωτερικό).
Μέσα στην κατοχή κυκλοφορεί και το πρώτο ελληνικό σκακιστικό περιοδικό. Είναι το «ΣΚΑΚΙ, μηνιαία επιθεώρησις ζατρικίου» του Ζορμπά.
Με την ίδρυση της ΕΣΟ αρχίζουν να διοργανώνονται τα πρωταθλήματα με πιο κανονικό ρυθμό, όχι χωρίς προβλήματα όμως. Πχ το γυναικείο πρωτάθλημα διοργανώθηκε πρώτη φορά το 1947 με νικήτρια τη Μουζινά και ακολούθως πέρασαν 31(!) χρόνια για να διοργανωθεί το 2ο με νικήτρια την Φουρίκη.
Επίσης το διασυλλογικό πρωτάθλημα ξεκίνησε το 1951 με νικητή τον Φιλοσκακιστικό, για να παρέλθουν 19 κενά χρόνια, μέχρι να διοργανωθεί το 2ο το 1970 με νικητή τον Παναθηναϊκό.
Το Ελληνικό σκάκι προχωρούσε με αργούς, ράθυμους μπορείς να πεις, ρυθμούς και μόνο χάρη στην αγάπη και το πάθος ορισμένων ανθρώπων.
Ο ΦΙΣΕΡ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το 1968 επισκέφθηκε τη χώρα μας ο Μπόμπι Φίσερ, 4 χρόνια πριν στεφθεί παγκόσμιος πρωταθλητής, προκειμένου να δώσει αγώνα σιμουλτανέ. Αντιμετώπισε 5 Έλληνες σκακιστές, από τους καλύτερους που διέθετε τότε το ελληνικό σκάκι, τους Αναστασόπουλο, Ορνιθόπουλο, Κόκκορη, Βυζαντιάδη και Τρικαλιώτη. Ο Τρικαλιώτης παίζοντας μαχητικά μια Σικελική Άμυνα κατάφερε να αποσπάσει ισοπαλία από τον Αμερικανό γκρανμετρ. Τους υπόλοιπους τους κέρδισε όλους, αν και αγωνίστηκαν καλά και αξιοπρεπώς.
Το περιστατικό όμως δείχνει πόσο πίσω βρισκόταν το ελληνικό σκάκι σε σχέση με αυτό άλλων χωρών. Όχι μόνο δεν μπορούσαμε να διεκδικήσουμε νίκη σε διεθνή τουρνουά, όχι μόνο δεν μπορούσε να διανοηθεί κανείς ούτε για πλάκα Έλληνα παίχτη να μετέχει ας πούμε σε ένα ιντερζονάλ διεκδικητών παγκοσμίου τίτλου (οι πρώτοι που το κατάφεραν ήταν οι Μουτούσης και Καλέσης οι οποίοι προκρίθηκαν σε ιντερζονάλ το 1993), όχι μόνο δεν είχαμε διεθνή μετρ (αν και την ίδια χρονιά, το 1968 το πετυχαίνουν πρώτοι οι Σιαπέρας και Βυζαντιάδης, για γκρανμετρ τότε ούτε λόγος, πρώτος το κατάφερε ο Βασίλης Κοτρωνιάς το 1990), αλλά ένας γκρανμετρ (έστω και αν δεν επρόκειτο για οποιονδήποτε γκρανμετρ, αλλά τον Φίσερ) κερδίζει σε σιμουλτανέ (έπαιζε δηλαδή ταυτόχρονα) την αφρόκρεμα του ελληνικού σκακιού με 4,5 ? 0,5.
Βέβαια, δεν χρειάζεται να τα βλέπουμε όλα από αρνητική σκοπιά (εξ άλλου ο Φίσερ 2 χρόνια μετά αφάνιζε τεράστιους γκρανμετρ με σκορ 6-0). Το ελληνικό σκάκι πάλευε και προχωρούσε. Αργά μεν, αλλά προχωρούσε. Οπωσδήποτε, για την καθυστέρηση δεν έφταιγαν οι παίχτες. Μεγάλους προπονητές δεν είχαν (εξαίρεση το 1970 που ανέλαβε την εθνική ομάδα ο Γιουγκοσλάβος γκρανμετρ Τριφούνοβιτς), σωστή οργάνωση στα πρότυπα προηγμένων σκακιστικά χωρών δεν υπήρχε, ενώ δεν υπήρχε και το πιο απλό: Ελληνική Σκακιστική βιβλιογραφία!
ΤΟ ΣΚΑΚΙ (Τόμος Α? και Β?)
Από την άποψη αυτή, δηλαδή της όχι μόνο φτωχής, αλλά ουσιαστικά ανύπαρκτης ελληνικής βιβλιογραφίας, θεωρώ ότι η μεγαλύτερη προσφορά στο ελληνικό σκάκι του διεθνούς μετρ Τριαντάφυλλου Σιαπέρα δεν ήταν οι νίκες και οι επιτυχίες του πάνω στη σκακιέρα που τον έκαναν τον πρώτο Έλληνα διεθνή μετρ, αλλά η έκδοση των δύο υπέροχων τόμων του «ΤΟ ΣΚΑΚΙ Α? και Β?». Ήταν και συνεχίζει να είναι (αν και τα τελευταία χρόνια η ελληνική βιβλιογραφία έχει γίνει πλουσιότατη και με εξαιρετικά έργα) μια πραγματική όαση για κάθε σκακιστή που ήθελε να προχωρήσει λίγο παραπάνω.
Το θεωρώ δύσκολο, ως σχεδόν απίθανο, να βρείτε Έλληνα σκακιστή, άνω των 30 και να μην σας πει ότι του έμαθαν σκάκι οι συγκεκριμένοι (ή και οι συγκεκριμένοι) τόμοι.
Πριν από μερικές μέρες απόκτησα (με αρκετή καθυστέρηση είναι η αλήθεια) το έργο του GM Στράτου Γρίβα «Σκακιστική Βίβλος» (εκδόσεις Κλειδάριθμος), ένα εξαιρετικό έργο, που ήρθε να προστεθεί στην πλούσια και ανώτατου επιπέδου βιβλιογραφία που έχει παραδώσει ο γκραντμάστερ Γρίβας στους Έλληνες σκακιστές.
Στην εισαγωγή του έργου «μιλάνε» αρκετοί σκακιστές και σκακιστικοί παράγοντες για τον Έλληνα GM, συγγραφέα του βιβλίου και μεταξύ άλλων ο Τάκης Δρεπανιώτης αναφέρει μια σκηνή που έχει μείνει στην μνήμη του για χρόνια: τον πιτσιρικά Στράτο Γρίβα, σε μια γωνιά του Σκακιστικού Ομίλου Καλλιθέας, να μελετάει ένα ταλαιπωρημένο αντίτυπο του Σιαπέρα, το οποίο ήταν το μοναδικό ελληνικό βιβλίο που διέθετε ο σύλλογος.
Δεν νομίζω να χρειάζεται να γράψω τίποτα παραπάνω για την αξία αυτών των 2 τόμων που αποτέλεσαν το Α και το Ω για δύο τουλάχιστον γενιές σκακιστών.
[ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 30 ΧΡΟΝΙΑ
Το 1980 ο πολυπρωταθλητής Ελλάδας Μακρόπουλος γίνεται ο πρώτος Έλληνας σκακιστής που επιτυγχάνει νόρμα γκρανμετρ (πρέπει να επιτευχθούν 3 νόρμες για να αποκτηθεί ο τίτλος του γκρανμετρ).
Το 1980 και 1981 ο διεθνής μετρ (και εξαιρετικός συγγραφέας, ειδικά το «Σύγχρονη Σκακιστική Σκέψη» θεωρώ πως είναι από τα κορυφαία βιβλία που διαθέτει η βιβλιοθήκη μου και δεν εννοώ μόνο τα σκακιστικά. Θυμάμαι, την πρώτη φορά που το διάβασα, αναζήτησα το τηλέφωνο του διεθνούς μετρ για να του δώσω συγχαρητήρια για το συγκεκριμένο έργο. Όχι πως τα υπόλοιπα του υστερούν.) Ηλίας Κουρκουνάκης κατακτά το πανεπιστημιακό πρωτάθλημα Αμερικής, ενώ η νίκη του πιο πριν, το 1979 στο διεθνές τουρνουά Ακρόπολις, τον κάνει τον πρώτο Έλληνα σκακιστή που κατέκτησε διεθνές τουρνουά.
Στην δεκαετία 1980-90 κυριαρχούν οι Σκέμπρης, Σκαλκώτας, Γρίβας και Κοτρωνιάς, με τον Βασίλη Κοτρωνιά να γίνεται το 1990 ο πρώτος Έλληνας γκρανμετρ.
Στις αρχές της δεκαετίας του ?90 συνεχίζεται η κυριαρχία Κοτρωνιά, την οποία σπάει ο Σκέμπρης το 1993.
Εμφανίζεται και μια νέα γενιά ισχυρών παιχτών, όπως οι Νικολαϊδης, Βουλδής, Παπαϊωάννου, Μαστροκούκος, Τζερμιαδιανός, Μουτούσης, Καλέσης κ.α. Το ελληνικό σκάκι αναπτύσσεται πια με γοργούς ρυθμούς.
Από το 2000 και μετά κυριαρχεί στο ελληνικό πρωτάθλημα ο Χριστόδουλος Μπανίκας με 6 σερί τίτλους από το 2000 ως το 2005, κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί στο ελληνικό πρωτάθλημα. Επίσης εμφανίζονται συνέχεια ισχυροί παίχτες όπως ο Δημήτρης και ο Θάνος Μαστροβασίλης και ο Χαλκιάς.
Μετά την απόκτηση του τίτλου γκρανμετρ το 1990 από τον Κοτρωνιά, ακολούθησαν και άλλοι παίχτες που έφτασαν ως τον ανώτατο σκακιστικό τίτλο. Αυτοί είναι οι εξής: Σκέμπρης 1991, Γρίβας 1993, Μιλαντίνοβιτς 1993, Νικολαϊδης 1995, Αναγνωστόπουλος 1996, Παπαϊωάννου 1998, Μπανίκας, Δ. και Θ. Μαστροβασίλης και Χαλκιάς το 2000 όλοι, αν δεν κάνω λάθος.
Τον τίτλο γκρανμετρ γυναικών, κατέκτησαν οι Μακροπούλου το 1982, Μπότσαρη το 1993 και Κουβάτσου το 1999.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε και την μεγάλη επιτυχία της εθνικής ομάδας γυναικών, η οποία κατέκτησε στην σκακιστική ολυμπιάδα της Θεσσαλονίκης το 1998, την 6η θέση στον κόσμο, με τις Μπότσαρη, Κόντου και Μακροπούλου.
Τα τελευταία 20 χρόνια το Ελληνικό σκάκι αναπτύσσεται πολύ στην περιφέρεια, με πολλούς και ισχυρούς σκακιστικούς συλλόγους και παίχτες. Αυτό αποτυπώνεται και στα αποτελέσματα των διασυλλογικών πρωταθλημάτων, τα οποία μονοπωλούν από το 1991 τρεις σύλλογοι της περιφέρειας. Ο Όμιλος Αντισφαιρίσεως και Αθλοπαιδειών (ΟΑΑ) «ΗΡΑΚΛΕΙΟ», του Ηρακλείου Κρήτης, ο Αθλητικός Όμιλος «ΚΥΔΩΝ» των Χανίων και ο Σκακιστικός Όμιλος (ΣΟ) Καβάλας.
Παραθέτω τις κατακτήσεις ανά σκακιστικό σύλλογο του Ελληνικού πρωταθλήματος:
ΟΑΑ Ηράκλειο: 7
ΕΣ Θεσσαλονίκης:6
ΣΟ Καλλιθέας: 6
ΚΥΔΩΝ Χανίων: 6
ΣΟ Καβάλας: 3
Παναθηναϊκός: 2 (Δυστυχώς ο Παναθηναϊκός έχει εδώ και χρόνια διαλύσει το σκακιστικό τμήμα του).
Ηλιούπολη: 2
Και Φιλοσκακιστικός, ΣΟ Πατρών, ΣΟ Περιστερίου και ΕΕΣ Κορυδαλλού από 1 κατάκτηση.
Όπως προανέφερα στο θέμα των εκδόσεων σκακιστικών βιβλίων έχουν γίνει πολλά και σημαντικά πράγματα. Τα βιβλία του Γρίβα και του Κουρκουνάκη που είδη έχω αναφέρει, καθώς και πολλά άλλα, αλλά και μεταφράσεις κορυφαίων έργων ξένων σκακιστών. Ο ΚΕΔΡΟΣ με ειδική σειρά σκακιστικών βιβλίων κάνει πραγματικά μια μεγάλη και καθ? όλα αξιόλογη προσπάθεια. Το τελευταίο έργο που έπεσε στα χέρια μου απ? την συγκεκριμένη σειρά είναι το «ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ» του Χρήστου Κεφαλή, μια πραγματικά πολύ καλή δουλειά και πλήρεις. Επίσης εκδίδει και το περιοδικό «Σκάκι για όλους».΄
Γενικά τα πράγματα πάνε αρκετά καλύτερα. Επίσης πολλοί ξένοι ισχυροί παίχτες παίρνουν μεταγραφή για ομάδες της χώρας μας. Το 2009 το Σκακιστικό Τμήμα της πνευματικής στέγης Περιστερίου, ανακοίνωσε την μεταγραφή του πανίσχυρου Ουκρανού γκρανμετρ Βασίλι Ιβαντσούκ. Τέτοιοι παίχτες δεν βοηθούν μόνο βαθμολογικά μια ομάδα, αλλά είναι πόλος έλξης που βοηθάει στην διάδοση του αθλήματος, αλλά η παρουσία του θα ανεβάσει οπωσδήποτε και τους συμπαίκτες του. Στον ΚΥΔΩΝ είχε αγωνιστεί ο Αζμαϊπαρασβίλι και γενικά έχουν έρθει στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και άλλοι ισχυροί σκακιστές.
Επίσης το σκάκι έχει εισαχθεί ως προαιρετικό μάθημα σε ορισμένα σχολεία. Είναι μια καλή αρχή. Να ελπίσουμε και σε καλύτερη συνέχεια?

Ο ΜΠΟΓΚΟΛΙΟΥΜΠΟΒ ΣΤΟΝ ?ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Ο Εφίμ Μπογκολιούμποβ υπήρξε από τους ισχυρότερους σκακιστές των αρχών του περασμένου αιώνα. Ειδικά στο διάστημα 1920 ? 1935 θεωρούνταν από τους κορυφαίους στον κόσμο.
Έχοντας τρομερή αυτοπεποίθηση (χαρακτηριστικό είναι ότι έχει πει «Όταν έχω τα λευκά, κερδίζω γιατί έχω τα λευκά. Όταν έχω τα μαύρα, κερδίζω γιατί είμαι ο Μπογκολιούμποβ»), προκάλεσε (αφού είχε κερδίσει πολλά τουρνουά) σε ματς τον παγκόσμιο πρωταθλητή Αλιέχιν το 1929, το οποίο όμως έχασε, όπως έχασε και τον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος του 1934, πάλι από τον Αλιέχιν.
Οι συνεχείς μονομαχίες τους φυσικό ήταν να δημιουργήσουν μια σχέση ?πάθους μεταξύ τους, όπου δεν έλειπαν οι εκατέρωθεν δηλώσεις με προκλητικό περιεχόμενο.
Σε κάποιο τουρνουά, σε ένα πηγαδάκι, ο Μπογκολιούμποβ μη χάνοντας την ευκαιρία, κάτι πάλι ξεστόμισε για τον Αλιέχιν και ένας δημοσιογράφος που ήταν παρόν, έτρεξε να το προφτάσει στον Αλιέχιν, σίγουρος ότι θα βγάλει θέμα.
Ο Αλιέχιν, αφού τον άκουσε, αντί για άμεση απάντηση, σκαρφίστηκε ένα όνειρο και του λέει: «Θέλω να σου περιγράψω ένα όνειρο που είδα χθες το βράδι. Είδα, που λες, ότι πέθανα και στην πύλη του παραδείσου με περίμενε ο Άγιος Πέτρος, ο οποίος με ρώτησε τι ήμουνα εκεί κάτω στη γη, όσο ήμουν ζωντανός. Του απάντησα μετρ και παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι. Τότε μου είπε: «Λυπάμαι κύριε μου, αλλά, ξέρετε, σε όλους τους μετρ στο σκάκι απαγορεύεται η είσοδος στον παράδεισο» και μου έδειξε το δρόμο για την κόλαση. Θλιμμένος, γύρισα να φύγω, όταν ξαφνικά πήρε το μάτι μου μέσα στον παράδεισο τον Μπογκολιούμποβ να κάθεται μακάριος. Επέστρεψα να διαμαρτυρηθώ στον Άγιο Πέτρο, λέγοντας του: «Μου είπατε ότι οι μετρ στο σκάκι δεν μπαίνουν στον παράδεισο. Εγώ όμως βλέπω μέσα τον Μπογκολιούμποβ». Τότε ο Άγιος Πέτρος γέλασε και μου είπε: «Μα, ο Μπογκολιούμποβ δεν είναι μετρ. Απλώς νομίζει ότι είναι!».
ΤΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΪΝΙΤΣ
Πριν από την έναρξη ενός ισχυρού τουρνουά, δημοσιογράφος ρωτάει τον Στάινιτς, πως βλέπει τα πράγματα και τι προοπτικές νίκης βλέπει για τον εαυτό του. Ο Στάινιτς του απαντά: «Να σου πω. Έχω ένα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων μου. Όλοι αυτοί (τους δείχνει με ένα γύρο του δακτύλου του), έχουν να παίξουν με τον Στάινιτς. Εγώ όμως όχι!».
ΣΥΓΝΩΜΗ ΚΥΡΙΑ ΜΟΥ?
Είναι γνωστό ότι παίζοντας μια παρτίδα σκάκι, η απορρόφηση στο παιχνίδι και η συγκέντρωση πρέπει να είναι απόλυτη. Ο Φίσερ έλεγε: «Απόλυτη συγκέντρωση και αποκοπή από τον έξω κόσμο. Να το πρώτο προσόν του μεγάλου σκακιστή».
Πολλές φορές λοιπόν, αυτή ακριβώς η συγκέντρωση και η αποκοπή από τον κόσμο, είναι αιτία για ?όμορφα περιστατικά, όπως αυτό που συνέβη στον Γιουγκοσλάβο γκρανμετρ Γκλίγκοριτς.
Σε ένα ισχυρό τουρνουά, ο Γκλίγκοριτς βρίσκεται σε μια πολύ οξεία θέση με τον αντίπαλο του και οι βαριάντες σφυρίζουν σαν σμέρνες στο κεφάλι του. Κάποια στιγμή, περιμένοντας τον αντίπαλο του να παίξει, αποφάσισε να σηκωθεί και να βηματίσει λίγο στην αίθουσα για να διώξει το άγχος. Εννοείται ότι βημάτιζε και μετρούσε βαριάντες, εντελώς στον κόσμο της ?κάισσας.
Ξαφνικά μπαίνει μέσα στην αίθουσα των αγώνων μια γυναίκα, κινείτε προς το μέρος του και του λέει κάτι. Ο Γκλίγκοριτς ξαφνιασμένος, με ύφος «σε εμένα μιλάτε;», της λέει: «Συγνώμη κυρία μου?» και μόνο όταν τον κοιτάει αυτή με ένα βλέμμα όλο έκπληξη, το μυαλό του Γκλίγκοριτς επιστέφει από τις βαριάντες στον πραγματικό κόσμο και αναγνωρίζει τη ?γυναίκα του!

[CENTER]ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΔΙΧΩΣ ΣΤΕΜΜΑ[/CENTER]
Όλα τα αθλήματα (και το σκάκι δεν αποτελεί εξαίρεση) έχουν εκτός από τους πρωταθλητές τους και αυτούς που έφτασαν μέχρι την πηγή αλλά νερό δεν ήπιαν. Συχνά ο θρύλος των «αιώνια δεύτερων» ξεπερνά ακόμη και αυτόν των πρωταθλητών και χρωματίζει ιδιαίτερα την ιστορία του αθλήματος. Πχ η ποδοσφαιρική ομάδα της Ολλανδίας έπαιξε 2 τελικούς παγκοσμίου κυπέλλου το 1974 και το 1978. Τους έχασε και τους δύο, έμεινε στην ιστορία ως η «βασίλισσα δίχως στέμμα», όμως το ποδόσφαιρο που έπαιξε την έχει κάνει να μνημονεύεται περισσότερο και από τους πρωταθλητές εκείνων των διοργανώσεων. Ή αν θέλετε ο μπασκετικός Άρης τη δεκαετία του 80 στην Ευρώπη. Και τόσα άλλα παραδείγματα.
Το σκάκι έχει κι αυτό τους δικούς του «αιώνια δεύτερους».
Θα τους κάνω ένα αφιέρωμα (στους περισσότερους), έχοντας στο μυαλό μου δύο στόχους. Ο ένας είναι προφανής. Τους αξίζει. Μέχρι τώρα στο θρεντ, έχουμε μνημονεύσει μόνον τους πρώτους, τους πρωταθλητές. Νιώθω πως πρέπει να κάνω μια αναφορά και στους «δεύτερους», που πολλές φορές ήταν σα να ήταν πρώτοι.
Ο δεύτερος στόχος, είναι να αναζητήσω (όσο μπορώ) τις αιτίες που δεν τους άφησαν να φτάσουν ως την κορυφή. Για τον καθένα είναι ξεχωριστές αυτές οι αιτίες και οι λόγοι. Αυτό θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα και την ίδια τη φύση του αθλήματος, αλλά να φωτίσουμε και σημαντικά κομμάτια από την ιστορία του.
Πριν προχωρήσω να γράψω δύο λόγια για τους σκακιστές αυτούς και την ιστορία τους, νιώθω ότι πρέπει να θίξω ένα άλλο θέμα:
[CENTER]Η ΗΤΤΑ ΣΤΟ ΣΚΑΚΙ[/CENTER]
Θέλω να της αφιερώσω ξεχωριστό κομμάτι, γιατί δεν μοιάζει με καμία από τις άλλες ήττες (αυτές των άλλων αθλημάτων).
Όσοι έχουν παίξει αγωνιστικό σκάκι (ή απλώς και φιλικές παρτίδες), θα καταλάβουν αμέσως αυτό που θέλω να πω. Η ήττα στο σκάκι είναι η πιο οδυνηρή από οποιοδήποτε άλλο άθλημα. Αυτό έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του παιχνιδιού.
Πάνω στη σκακιέρα, είναι κανείς μόνος του. Εντελώς μόνος του. Απέραντη η μοναξιά του σκακιστή κι η ερημιά του. Πρώτα πρώτα οφείλει ο ίδιος να αποκοπεί από όλο τον έξω κόσμο την ώρα που παίζει. Αλλιώς δεν μπορεί να παίξει. Έπειτα, δεν έχει να περιμένει «βοήθεια» από κανέναν. Σε μια κακή του μέρα, δεν υπάρχουν ούτε συμπαίκτες να σώσουν την κατάσταση, ούτε η τύχη, ούτε ο διαιτητής. Με ποιον να τα βάλει μετά από μια οδυνηρή ήττα;; Με τον διαιτητή που δεν έδωσε το πέναλτι ή που δεν είδε το οφσάιντ;; Με την τύχη, που έστειλε την μπάλα στο δοκάρι;
Που να βρει στήριγμα να διαχειριστεί την ήττα του;; Να σκεφτεί ότι ο ίδιος πήγε καλά, αλλά ήταν σε κακή μέρα οι συμπαίκτες; Μα αφού είναι μόνος του.
Δεν υπάρχει τίποτα από όλα αυτά για τον σκακιστή. Η ήττα είναι όλη δική του. Πρέπει να παλέψει μαζί της μόνος του. Αυτή είναι η κατάρα του. Και η ευλογία του θα πρόσθετα εγώ, γιατί μαθαίνει να μην ψάχνει αλλού δικαιολογίες και στηρίγματα. Μαθαίνει να αναλαμβάνει την ευθύνη του και να γίνεται σκληρός όταν πρέπει με τον εαυτό του. Αυτό όμως συχνά είναι δυσβάσταχτο, ειδικά αν γίνεται για πολλά χρόνια και αν ο χαρακτήρας του συγκεκριμένου σκακιστή δεν είναι τόσο ισχυρός ώστε να το αντέχει. Πολλοί αραιώνουν τις εμφανίσεις τους στο αγωνιστικό σκάκι ή τις σταματούν και όταν ερωτηθούν γι? αυτό συχνά απαντούν ότι δεν άντεχαν το άγχος της συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Το άγχος (που προκαλείται και από τον φόβο της ήττας) είναι τρομερό. Και ο σκακιστής δεν έχει τρόπο να το αποβάλει την ώρα του αγώνα. Ούτε να τρέξει μπορεί, ούτε να ακούσει δύο λόγια στήριξης από τους συμπαίκτες του.
Κι έπειτα είναι και κάτι άλλο. Η ήττα στο σκάκι, εκτός από εντελώς προσωπική, είναι οδυνηρή και για έναν ακόμη λόγο. Ο άνθρωπος (πιστεύω) δέχεται πιο εύκολα την ανωτερότητα του αντιπάλου του σε σωματικά προσόντα, από ότι σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον τρόπο σκέψης. Η ήττα στο σκάκι είναι μια ήττα του μυαλού. Κι αυτό κάνει την διαχείριση της ακόμα πιο δύσκολη.
Έκανα αυτή την αναφορά, γιατί πρέπει να τα έχουμε αυτά υπόψιν μας για να κατανοήσουμε γιατί καμιά φορά κάποιος που θα μπορούσε να φτάσει ψηλότερα, τελικά δεν έφτασε. Βέβαια υπάρχουν και άλλοι λόγοι, όπως θα δούμε παρακάτω στις ιστορίες αυτών των σκακιστών. Για άλλους προβλήματα υγείας, για άλλους ιστορικές συγκυρίες ή ακόμα και πολιτικές συγκυρίες. Ας τους δούμε όμως έναν έναν ξεχωριστά.
[CENTER]ΓΙΟΧΑΝ ΧΕΡΜΑΝ ΤΣΟΥΚΕΡΤΟΡΤ[/CENTER]
Ο Γιόχαν Τσούκερτορτ είναι μια σχεδόν μυθική μορφή για το σκάκι. Σε αυτό συντείνουν και οι συνθήκες του βίου του. Γεννήθηκε στην Πολωνία το 1842 και πέθανε το 1888 από εγκεφαλική αιμορραγία, πάνω στη σκακιέρα, την ώρα που αγωνιζόταν, σε ηλικία 46 ετών.
Στην καταγωγή του οι ιστορικοί του σκακιού συγκλίνουν ότι ήταν Πρωσοπολωνοεβραίος. Σπούδασε χημεία και φυσιολογία, παίρνοντας διδακτορικό ιατρικής (όπως ισχυριζόταν ο ίδιος τουλάχιστον) στο Μπρεσλάου.
Η σκακιστική ακμή του τοποθετείται στα χρόνια 1870 ως 1886, όπου θεωρούνταν μαζί με τον Στάινιτς οι κορυφαίοι στον κόσμο.
Το 1883 θριάμβευσε στο τουρνουά του Λονδίνου, το ισχυρότερο ως τότε, αφήνοντας 3 βαθμούς πίσω τον Στάινιτς. Μετά από αυτό, υπήρξε η σκέψη να παίξουν αυτοί οι δύο ένα ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα (το πρώτο επίσημο ματς που έγινε για το παγκόσμιο πρωτάθλημα). Ορίστηκε για το 1886, όμως εκείνη τη χρονιά ο Τσούκερτορτ κλήθηκε να υπηρετήσει στον Αυστροουγγρικό πόλεμο. Τραυματίστηκε στη μάχη και παρασημοφορήθηκε όχι μια, αλλά 7 φορές.
Επέστρεψε για το ματς με τον Στάινιτς. Είχε αποκτήσει όμως μόνιμο νευρολογικό πρόβλημα. Ξεκίνησε εντυπωσιακά το ματς προηγούμενος με 4-1!. Παρόλα αυτά, όσο προχωρούσαν οι παρτίδες, τόσο περισσότερο ο Τσούκερτορτ κατέρρεε και έχασε τελικά με 12,5 ? 7,5. Σαφώς ο Στάινιτς υπήρξε κορυφαίος παίχτης και αργότερα υπερασπίστηκε τον τίτλο του εναντίον και άλλων διεκδικητών. Κανείς δεν τολμά να τον αμφισβητήσει. Αν ωστόσο, οι συνθήκες ήταν καλύτερες για τον Τσούκερτορτ και δεν είχε και αυτό το πρόβλημα με τον κλονισμό των νεύρων του, ίσως κατάφερνε να αντέξει μέχρι τέλους τη δοκιμασία και να ήταν αυτός ο πρώτος παγκόσμιος πρωταθλητής.
Μετά την ήττα η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε. Και ο ίδιος δεν μπορούσε να το χωνέψει. Ο γιατρός του, του τόνισε κατηγορηματικά ότι πρέπει να σταματήσει το σκάκι. Ο Γιόχαν Τσούκερτορτ δεν θέλησε ούτε να το σκεφτεί. Έτσι, δύο χρόνια μετά πέθανε πάνω στη σκακιέρα.
Η ήττα του στο παγκόσμιο πρωτάθλημα είναι ένας συνδυασμός τριών παραγόντων. Ιστορική συγκυρία, ο πόλεμος την ίδια χρονιά του ματς. Προβλήματα υγείας που προέκυψαν από την συμμετοχή του στον πόλεμο. Και τέλος αδυναμία να διαχειριστεί ψυχολογικά ένα τέτοιο παιχνίδι, η οποία εν πολλοίς προέκυψε από τα προβλήματα υγείας του.
Ο θρύλος του δεν έχει χάσει σε τίποτα όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν.
[CENTER]ΜΙΧΑΗΛ ΙΒΑΝΟΒΙΤΣ ΤΣΙΓΚΟΡΙΝ[/CENTER]
Ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν γεννήθηκε το 1850 στην Αγία Πετρούπολη και πέθανε το 1908. Πρόκειται για τον πρώτο Ρώσο μεγάλο σκακιστή και θεωρείται από ορισμένους ως ο πρόδρομος της Σοβιετικής σχολής. Άργησε να μάθει σκάκι (στα 16 του), ενώ αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά σ? αυτό, μετά τα 24.
Υπήρξε ο πρώτος διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου απέναντι στον Στάινιτς. Αναμετρήθηκαν 2 φορές. Πρώτα το 1889, όπου ο Στάινιτς επικράτησε με σκορ 10,5 ? 6,5 και δεύτερη φορά το 1892 όπου και πάλι ο Στάινιτς επικράτησε με 12,5 ? 10,5. Καθοριστική στο δεύτερο παιχνίδι ήταν η τελευταία παρτίδα, όπου ο Τσιγκόριν «έβγαλε» κερδισμένη θέση και ίσως από την σιγουριά του πια, ότι αυτή η θέση δεν χάνεται, επέτρεψε ένα τόσο απλό ματ στον Στάινιτς, που δεν θα το έκανε ούτε αρχάριος παίχτης. Η συγκεκριμένη αβλεψία (και μάλιστα πολύ χοντρή αβλεψία) του Τσιγκόριν, έχει μείνει ως τις μέρες μας η πιο φημισμένη αβλεψία στην ιστορία του σκακιού. Ήταν αυτή που στέρησε στον Ρώσο τον παγκόσμιο τίτλο. Ωστόσο, υπήρχαν και άλλες αιτίες. Πιο βαθιές.
Ο Τσιγκόριν ήταν θιασώτης του τακτικού παιχνιδιού, την ώρα που ο Στάινιτς έθετε της βάσεις της στρατηγικής σχολής στο σκάκι. Η μάχη τους, πέρα από όλα τα άλλα, ήταν και μια θεωρητική μάχη.
Στο οξύ, περίπλοκο, δυναμικό παιχνίδι, ο Τσιγκόριν ήταν σαφώς ανώτερος από τους σύγχρονους του. Ο Κασπάροβ θεωρεί ότι το παιχνίδι του προαναγγέλλει αυτό του Αλιέχιν. Έλα όμως, που την ίδια ώρα ο Στάινιτς θεμελίωνε και δοκίμαζε στην πράξη τους κανόνες του στρατηγικού παιχνιδιού, κάτι που οι τακτικοί παίχτες της εποχής δεν κατανοούσαν καθόλου, με αποτέλεσμα να τους δημιουργεί στρατηγικές αδυναμίες που ο ίδιος ήξερε να αξιοποιεί, ενώ από την άλλη πολλοί από τους συνδυασμούς των τακτικών παιχτών δεν πετύχαιναν απέναντι στον Στάινιτς, ακριβώς διότι ήξερε να στήνει στρατηγικά τη θέση του, με αποτέλεσμα να μην έχει αδυναμίες.
Στο σημείο αυτό, ας αφήσω τον ίδιο τον Στάινιτς να «μιλήσει» για το πως είδε αυτές του τις αναμετρήσεις με τον Τσιγκόριν:
«Αυτή ήταν μια αναμέτρηση ανάμεσα σ? έναν παλαιό μετρ της νέας σχολής (εννοεί τον εαυτό του) και έναν νέο μετρ της παλαιάς σχολής (εννοεί τον Τσιγκόριν). Και η νέα σχολή κέρδισε, παρ? όλη την προχωρημένη ηλικία του μετρ. Ο νέος μετρ της παλαιάς σχολής (αναφέρεται βέβαια στην ρομαντική σχολή) θυσίαζε πιόνια και κομμάτια. Ο παλαιός μετρ της νέας σχολής (της στρατηγικής, την οποία ανέπτυξαν αργότερα οι υπερμοντέρνοι και η σοβιετική σχολή) προχώρησε ακόμα παραπέρα ? θυσίασε ολόκληρες παρτίδες, για να δείξει πώς ακριβώς εννοούσε τις ορθές στρατηγικές αρχές».
Αυτή η δήλωση του Στάινιτς (του πρώτου στρατηγικού παίχτη) δεν λέει παρά την αλήθεια. Ο αν και νεαρότερος Τσιγκόριν ήταν αν θέλετε ο τελευταίος ρομαντικός. Ο γηραιότερος Στάινιτς, ήταν αυτός που έφερνε τις νέες ιδέες. Το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν δεδομένο. Ο Τσιγκόριν ήταν το θύμα της διαλεκτικής διαδοχής των ιδεών. Το νέο ήταν καταδικασμένο να επικρατήσει πάνω στο παλαιό και να το ανασυνθέσει σε μια νέα, ανώτερη μορφή.
Οι διαφωνίες αυτών των δύο γιγάντων επεκτάθηκαν και σε άλλα επιμέρους ζητήματα. Όπως για παράδειγμα στην αξία των ελαφρών κομματιών. Ο Στάινιτς ήταν φυσικά υπέρμαχος του ζεύγους αξιωματικών, το οποίο και θεωρούσε ως τον ανώτερο συνδυασμό ελαφρών κομματιών για το φινάλε. Σε πολλές παρτίδες του, απέδειξε την ανωτερότητα του ζεύγους αξιωματικών. Αντίθετα ο Τσιγκόριν ήταν οπαδός των δύο ίππων. Σε αρκετές παρτίδες κατάφερε να αποδείξει τον ισχυρισμό του. Όχι μόνον αυτό, αλλά ανάπτυξε και ένα νέο άνοιγμα, την «Άμυνα Τσιγκόριν», στόχος της οποίας ήταν η γρήγορη αλλαγή των μαύρων αξιωματικών για τους λευκούς ίππους, θεωρώντας ότι στο φινάλε, ο μαύρος που θα διατηρούσε τους ίππους του, θα ήταν καλύτερος. Αν και το θέμα είναι πολύπλοκο και δεν έχει ξεκαθαρίσει πλήρως ακόμη, η σύγχρονη θεωρία, θεωρεί ως στρατηγικό πλεονέκτημα την κατοχή ζεύγους αξιωματικών, εναντίον οποιουδήποτε συνδυασμού άλλων ελαφρών κομματιών (πχ εναντίων 2 ίππων, ή εναντίον ενός ίππου και ενός αξιωματικού).
Ο Τσιγκόριν προσέφερε και άλλα πράγματα στην σκακιστική θεωρία, με αποκορύφωμα ίσως την βαριάντα Τσιγκόριν στην κλειστή Ισπανική (Ρουί Λοπέζ), η οποία θεωρείται ως τις μέρες μας μια από τις αιχμηρότερες απαντήσεις των μαύρων, απέναντι στην Ισπανική (αυτό το εξαιρετικό άνοιγμα που έχει ιστορία 500 και πλέον χρόνων και δεν χάνει ποτέ την αξία της και την δημοτικότητα της, αντιθέτως εμπλουτίζεται συνεχώς. Η Ισπανική είναι σαφώς το καλύτερο από όλα τα ανοικτά ανοίγματα).
Ο Μιχαήλ Τσιγκόριν έχει οπαδούς ως τις μέρες μας, πάρα πολλούς σκακιστές που αγάπησαν το αιχμηρό και αντικομφορμιστικό στυλ του. Πολλοί απ? αυτούς υπήρξαν και παγκόσμιοι πρωταθλητές. Όπως ας πούμε ο Ταλ, ο οποίος, προς το τέλος της ζωής του και όταν πια η ασθένεια τον είχε καταβάλει και του χορηγούσαν συνεχώς μορφίνη, δεν έχασε το χιούμορ του και στην κουβέντα ενός φίλου του:
  • Θα γίνεις μορφινομανής στο τέλος.
    Απάντησε:
  • Μπα, εγώ ήμουν πάντα Τσιγκορινομανής (κάνοντας λογοπαίγνιο με το όνομα του άλλου τεράστιου σκακιστή Μόρφυ και αυτό του Τσιγκόριν).
Το θέμα μας βέβαια δεν τελειώνει εδώ. Απλά αποφάσισα να το «σπάσω» σε κομμάτια, από το να κάνω ένα τεράστιο ποστ (ήδη και αυτό μεγάλο είναι).
Θα συνεχίσω αργότερα με τους:
ΤΑΡΑΣ, ΡΟΥΜΠΙΝΣΤΑΪΝ, ΤΑΡΤΑΚΟΒΕΡ, ΜΠΡΟΝΣΤΑΪΝ, ΚΕΡΕΣ, ΚΟΡΤΣΝΟΪ ΚΑΙ ΙΒΑΝΤΣΟΥΚ.



[CENTER]Δρ. ΖΙΓΚΜΠΕΡΤ ΤΑΡΡΑΣ[/CENTER]
[SIZE=“2”]«Το σκάκι, όπως ο έρωτας και η μουσική, έχει τη δύναμη να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους»[/SIZE]
Ξεκινώ με την συγκεκριμένη ρήση του Δρ. Τάρρας, μια από τις πολλές δικές του που έμειναν στην ιστορία, γιατί μας φανερώνει τη σχέση αυτού του ανθρώπου με το σκάκι. Πώς το έβλεπε, σαν παθιασμένος, σαν ερωτευμένος άνθρωπος.
Ο Ζίγκμπερτ Τάρρας γεννήθηκε στο Μπρεσλάου το 1862 και απεβίωσε το 1934 στο Μόναχο.
Σπούδασε ιατρική στη Νυρεμβέργη, όπου και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ασκώντας το ιατρικό επάγγελμα.
Από την αρχή της σκακιστικής του σταδιοδρομίας, γοητεύτηκε από τις ιδέες του Στάινιτς και έγινε ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους της νέας γενιάς, που έφεραν τόσες αλλαγές στο παιχνίδι στα τέλη του 19ου και στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Στον σκακιστικό του βίο και στην εξέλιξη του, που τελικά δεν έφτασε ως την κορυφή, έπαιξαν ρόλο πολλά πράγματα, από τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις, ως ένα ατύχημα, αλλά ίσως περισσότερο απ? όλα καθοριστικό, ήταν η αναβλητικότητα που έφτανε ως τα όρια της δειλίας, την οποία επέδειξε κάθε φορά που ήταν να συναντηθεί με την κορυφή.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η μεγάλη ακμή του Τάρρας αρχίζει στα 1888. Ο Στάινιτς είναι ήδη ο πρώτος επίσημος παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο συγκεκριμένος θεσμός όμως, δεν είχε ακόμα αποκτήσει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο διεξαγωγής αγώνων για την κατάκτηση του, (όπως γινόταν αργότερα, με τουρνουά διεκδικητών, μέχρι κάποιος να φτάσει ως τον κάτοχο του τίτλου και να αναμετρηθεί μαζί του) και έτσι αυτό που γινόταν ήταν το εξής: όποιος παίχτης είχε αποδεδειγμένα καλύτερα αποτελέσματα από τους άλλους σε μια σειρά από τουρνουά που διεξαγόταν τότε, είχε το δικαίωμα να προκαλέσει (εγγράφως) τον παγκόσμιο πρωταθλητή σε ματς.
Από το 1888 ως το 1894 ο Τάρρας είχε νικήσει σε πέντε κορυφαία τουρνουά. Όλος ο σκακιστικός κόσμος, συμφωνούσε ότι ο Γερμανός δόκτορας θα έπρεπε να ήταν αυτός που θα καθίσει απέναντι στον Στάινιτς, σε ένα ματς για τον παγκόσμιο τίτλο. Ο σκακιστικός σύλλογος της Αβάνας μάλιστα, έκανε μια σοβαρή προσφορά στους δύο παίχτες, προθυμοποιούμενος να αναλάβει την διοργάνωση του τελικού. Ο Δρ. Τάρρας όμως δεν δέχθηκε, τουλάχιστον όχι άμεσα, καθώς όπως δικαιολόγησε, επαγγελματικοί λόγοι δεν του επέτρεπαν για την ώρα κάτι τέτοιο.
Ο νεαρός Εμμάνουελ Λάσκερ, δεν έχασε την ευκαιρία. Είχε αρχίσει να σημειώνει επιτυχίες το τελευταίο διάστημα (ήταν και νέος στον σκακιστικό στίβο), όχι τέτοιες βέβαια που να του επιτρέπουν να παρακάμψει τον Γερμανό δόκτορα. Μόλις όμως ο Τάρρας αρνήθηκε, ο Λάσκερ δεν έχασε ούτε μέρα. Προκάλεσε αμέσως τον Στάινιτς. Κι ο Στάινιτς δέχθηκε. Το ματς έγινε τελικά στην Νέα Υόρκη, το Μόντρεαλ και την Φιλαδέλφεια το 1894 και ο Λάσκερ νίκησε με σκορ 12-7 κατακτώντας τον παγκόσμιο τίτλο. Έμελλε να τον κάνει σχεδόν κτήμα του, αφού τον διατήρησε ως το 1921, για 27 ολόκληρα χρόνια!
Δεν ξέρω πόσες φορές στη ζωή του ο Τάρρας θα «μαστίγωσε» τον εαυτό του γι? αυτήν την απόφαση. Η νίκη του ήταν σχεδόν σίγουρη, καθώς ο Στάινιτς όσο και να ήταν μεγάλος παίχτης και μαχητής, ήταν πια και μεγάλος σε ηλικία. Τα καλά χρόνια είχαν διαβεί για τον πρώτο παγκόσμιο πρωταθλητή. Ενδεικτικό είναι εξάλλου ότι ο νεαρός Λάσκερ επικράτησε άνετα.
Ο Δρ. Τάρρας, μόλις είχε χάσει την πρώτη του ευκαιρία για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Δεν θα ήταν και η τελευταία?
Το 1897 στη Μόσχα, έγινε ο επαναληπτικός τελικός Λάσκερ-Στάινιτς (ο πρώην πρωταθλητής είχε το δικαίωμα για ματς ρεβάνς), στο οποίο ο Λάσκερ συνέτριψε τον Στάινιτς με 12,5 ? 4,5, δείγμα ότι ο πρώτος κάτοχος του τίτλου, βρισκόταν για τα καλά στη δύση της καριέρας του. Ας ακούσουμε τι είπε ο ίδιος: «Γιατί έχασα τόσο εξευτελιστικά; Κατά πρώτον, ο Λάσκερ είναι ο ισχυρότερος σκακιστής που έχω γνωρίσει, μάλλον ο καλύτερος από όλους όσους έχουν υπάρξει μέχρι τώρα. Κατά δεύτερον η ηλικία μου και η υγεία μου δεν μου επιτρέπει να αντέξω πια σε έναν τέτοιο εξαντλητικό αγώνα εναντίον ενός κορυφαίου μετρ». Ο Στάινιτς αποχωρούσε σιγά σιγά από τη σκηνή. Δυστυχώς η ζωή δεν είχε κρατήσει ένα ωραίο φινάλε γι? αυτόν το μεγάλο σκακιστή, αυτόν τον πρωτοπόρο της σκακιστικής θεωρίας, που άλλαξε αμετάκλητα τον τρόπο που βλέπουμε το παιχνίδι ως σήμερα.
Ο Στάινιτς τελείωσε τη ζωή του πάμπτωχος, σε ένα άσυλο για διανοητικές παθήσεις, κοντά στη Νέα Υόρκη. Τις τελευταίες του μέρες κρατούσε μια σκακιέρα αγκαλιά και φώναζε, προκαλώντας άλλοτε το Λάσκερ για ένα ματς και άλλοτε? το θεό, σίγουρος πως θα τους κέρδιζε και τους δύο?
Η κορυφαία προσφορά του δεν χρειάζεται τα δικά μου λόγια?
Άρα ο Τάρρας θα είχε και άλλη ευκαιρία;
Ο δόκτορας από την Νυρεμβέργη στις αρχές του περασμένου αιώνα, σταμάτησε για ένα διάστημα τις σκακιστικές δραστηριότητες του. Επέστρεψε το 1903 για το πανίσχυρο τουρνουά του Μόντε Κάρλο, το οποίο και κατέκτησε. Μετά και από αυτή τη νίκη του, ο Τάρρας επιτέλους πήρε την απόφαση να προκαλέσει με επιστολή του τον Λάσκερ για ένα ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ο Λάσκερ δέχθηκε και το ματς ορίστηκε για το φθινόπωρο του 1904.
Όμως?
Ο Ζίγκμπερτ Τάρρας δεν ανήκε φαίνεται στους ευνοούμενους της Κάισσας. Λίγο πριν το ματς, τραυματίστηκε σοβαρά σε ?παγοδρομία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αγωνιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα και το ματς αναβλήθηκε!
Εκείνον τον καιρό, έγινε το φημισμένο τουρνουά Καίμπριτζ Σπρίνγκς, το οποίο προς έκπληξη όλων το κέρδισε ένας νεαρός Αμερικανός, ο Φρανκ Τζέιμς Μάρσαλ, ο οποίος λαμβάνοντας υπόψιν του ότι το ματς Λάσκερ ? Τάρρας δεν θα γινόταν, δεν έχασε την ευκαιρία. Προκάλεσε αμέσως τον Λάσκερ σε ματς για τον παγκόσμιο τίτλο. Όμως ο Λάσκερ, πράττοντας σωστά κατά την γνώμη μου, δεν δέχθηκε αμέσως, καθώς όπως ανάφερε, ναι μεν ο Μάρσαλ ήταν ένας σπουδαίος νέος παίχτης, όμως δεν είχε δα και τη μεγάλη συλλογή νικών σε τουρνουά, και ίσως θα υπήρχαν άλλοι παίχτες που θα εδικαιούντο περισσότερο από εκείνον την αναμέτρηση. Του πρότεινε λοιπόν να παίξει αρχικά με τον Γιανόβσκι ένα ματς και ο νικητής αυτού του ματς να παίξει μαζί του. Πράγματι ο Μάρσαλ νίκησε τον Γιανόβσκι, αλλά ως που να γίνουν όλα αυτά, επέστρεψε ο Τάρρας. Ο Μάρσαλ (προς τιμήν του) δεν θεώρησε σωστό να τον παρακάμψει και τον προκάλεσε σε ματς. Ο Τάρρας δέχθηκε και συνέτριψε τον Μάρσαλ με σκορ 12 ? 5!
Μετά το ματς ο Τάρρας δήλωσε ότι δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το ποιος πρέπει να καθίσει απέναντι στον Λάσκερ, αλλά ταυτόχρονα τόνισε ότι δεν σκοπεύει να τον προκαλέσει!!!
Εδώ μάλλον κάνει την εμφάνιση του ο διστακτικός χαρακτήρας του Τάρρας, απέναντι στην θέα της κορυφής.
Στο μεταξύ φτάσαμε στο 1906 και ο Μάρσαλ συνέχιζε να κερδίζει τουρνουά. Βλέποντας ότι ο Τάρρας δεν προκαλεί τον Λάσκερ, τον προκάλεσε ξανά ο ίδιος! Ο παγκόσμιος πρωταθλητής, αφού περίμενε το μήνυμα του Τάρρας και δεν το έπαιρνε, δέχθηκε να αντιμετωπίσει τον Φρανκ Μάρσαλ.
Στον τελικό που έγινε το 1907, ο Λάσκερ δεν είχε ουσιαστικά αντίπαλο. Το τελικό σκορ, τα λέει όλα: 11,5 ? 3,5!!!
Η αλήθεια είναι πως ο Φρανκ Μάρσαλ υπήρξε ένας πολύ σπουδαίος σκακιστής. Αλήθεια όμως είναι και το ότι δεν έφτανε σε καμιά περίπτωση το επίπεδο του Λάσκερ ή του Τάρρας.
Ωστόσο, η Κάισσα διάλεξε αυτόν, τον Φρανκ Μάρσαλ, να είναι ο σκακιστής που θα έπαιζε την πιο λαμπρή, την πιο εντυπωσιακή κίνηση ίσως και στα χρονικά του σκακιού!
Είναι μια κίνηση, που όποιος την δει, δεν γίνεται να μην ερωτευθεί το σκάκι. Είναι μια κίνηση που δεν είναι δύσκολο, αν σου δείξουν τη θέση ενώ έχει παιχτεί, να «μετρήσεις» ότι κερδίζει σε όλες τις βαριάντες. Μα, αν σου δείξουν τη θέση μια κίνηση πριν παιχθεί, είναι σχεδόν αδύνατο να την σκεφτείς ως δυνατότητα ή ως ιδέα! Εκεί είναι το μεγαλείο της. Πώς να σκεφτείς κάτι τέτοιο; Πώς να «μπεις» στην ιδέα να τοποθετήσεις την Βασίλισσα σου μπρος στις απλωμένες λόγχες δύο στρατιωτών κι αντίκρυ στο δόρυ της αντίπαλης Βασίλισσας;; Κι όμως! Αυτή η κίνηση κερδίζει αμέσως σε όλες τις βαριάντες! Είτε κόψει ο λευκός με το ένα πιόνι, είτε με το άλλο, είτε με την δική του Βασίλισσα!!! Είτε δει την τραγωδία που τον περιμένει και δεν κόψει καθόλου, πάλι χάνει! Αμέσως! Μαγεία! Για την ακρίβεια, μιας κι ο Μάρσαλ έπαιξε εκείνη τη μέρα με τα μαύρα κομμάτια, μαύρη μαγεία.
Μεταφερόμαστε στο έτος 1912. Τόπος: Μπρεσλάου. Ο Λεβίτσκι παίζει με τα λευκά εναντίον του Μάρσαλ. Στην 23η κίνηση του μαύρου, συμβαίνει η απόλυτη σκακιστική ομορφιά! 23? Qg3!!!
Παραθέτω εδώ το λινκ με την παρτίδα. Κάντε μου τη χάρη να την δείτε!
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1094915 2
Εκείνο το απόγευμα, η Κάισσα χάιδευε το κεφάλι του Φρανκ Μάρσαλ!
Επιστρέφουμε όμως στον Ζίγκμπερτ Τάρρας. Ακόμα μια ευκαιρία είχε χαθεί. Τι θα γινόταν; Θα έπαιζε τελικό επιτέλους ο αναμφισβήτητα κορυφαίος μαζί με τον Λάσκερ παίχτης των τελευταίων ετών;;
Προς ανακούφιση του σκακιστικού κόσμου, η Γερμανική Σκακιστική Ομοσπονδία, κατάφερε τελικά να διοργανώσει το πολυπόθητο ματς Λάσκερ ? Τάρρας για το έτος 1908.
Όμως ο Τάρρας ήταν ήδη 46 ετών. Οι χρυσές μέρες είχαν παρέλθει. Εκεί που έπρεπε να είχε διεκδικήσει το πρωτάθλημα πριν 14 χρόνια, έφτασε να το κάνει τώρα. Όμως ο Λάσκερ ήταν σε διαστημική τροχιά, την ώρα που η άμαξα του Τάρρας είχε αρχίσει να ασθμαίνει. Ο Λάσκερ επιβλήθηκε εύκολα με 10,5 ? 5,5!
Ο Ζίγκμπερτ Τάρρας θα έμενε για πάντα στην σκιά του. Δεν θα γινόταν ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής.
Η συνεισφορά του στην εξέλιξη του σκακιού, είναι βέβαια ανεκτίμητη. Ένα σωρό βαριάντες φέρουν το όνομα του. Υπήρξε συνεχιστής του Στάινιτς στην προσπάθεια να θεμελιωθεί η σκακιστική θεωρία. Αναζητούσε σε κάθε θέση το ΣΩΣΤΟ.
Ο Σεϊράβαν έγραψε πως ο Μποτβίνικ ήταν ο πρώτος επιστημονικός παίχτης στην ιστορία του σκακιού. Έχει δίκιο. Μόνο που από αυτή την άποψη, ο Τάρρας ήταν αυτός που προανήγγειλε τον Μποτβίνικ. Ο Τάρρας ήταν, ας πούμε, η πρώτη απόπειρα να υπάρξει αυτός ο επιστημονικός παίχτης.
(θα συνεχίσω και με άλλους)



Ναι το ότι η παρτίδα δεν λέει και πολλά το έγραψα από σκοπιά στρατηγικής κτλ. μια και το παιχνίδι “άνοιξε” γρήγορα, δίνοντάς μου αυτή την εντύπωση. Βέβαια με όλα αυτά που έγραψες κατάφερες να με διαψεύσεις … ;-D
Καλά τώρα που ανέφερες την ινδική του Βασιλιά είχαμε έναν τύπο στην ομάδα που την είχε λιώσει τη συγκεκριμένη (γενικά διάβαζε πολύ, είχε ψώνιο απλά με το παιχνίδι και μέσα σε 2 χρόνια πήγε απ’τα 1000 στα 1800 μου φαίνεται … πρέπει να συνεχίζει ακόμα, κατάφερνε να φέρνει ισοπαλίες με παίκτες που’χαν 2000+ έχοντας τα μαύρα!) γνωρίζοντας σε βάθος πλήθος από βαριάντες πάνω σ’αυτήν.
Χαχαχ σε μία παράγραφο μέσα έτυχε να βρεθούν άμυνες και ανοίγματα που χρησιμοποιούσαν γνωστοί μου συχνά. Το Gambit της Βασίλισσας ας πούμε, ήταν το άνοιγμα με το οποίο έπαιζε κατά κόρον ο δάσκαλός μου.
Μια και μίλησες για παραγκωνισμό των βροντοσαυρικών ανοιγμάτων (;p) θυμήθηκα που σ’έναν αγώνα όσοι αντίπαλοι είχαν λευκά παίζανε stonewall … όλοι όμως. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο μου τη δίνει πολύ αυτό το άνοιγμα. :lol:
Ο Kramnik είναι μεγάλος παίκτης σαφέστατα, δεν ξέρω πού μπορεί να φτάσει ακόμα (απ’όσο θυμάμαι είχε και κάποιο πρόβλημα υγείας) αλλά έχει αποδείξει πολλάκις τις ικανότητές του …
Keep going ! 8)

[CENTER]ΑΚΙΜΠΑ ΡΟΥΜΠΙΝΣΤΑΪΝ
Δυο βραδιές στο Λοτζ[/CENTER]
Στα 1901, το Λοτζ ήταν κάτι σαν σκακιστική πρωτεύουσα της Πολωνίας. Εκεί ζούσε ο ισχυρότερος παίχτης και πρωταθλητής της χώρας. Ο Σάλβε.
Στο καφενείο «Το Σκάκι», που ήταν ουσιαστικά η σκακιστική λέσχη της πόλης, ο Σάλβε παρέδιδε μαθήματα της τέχνης του, ενώ σκακιστές όλων των επιπέδων δημιουργούσαν κάθε μέρα ένα σκακιστικό πανηγύρι.
Ένα βράδι εκείνης της χρονιάς, η πόρτα του καφενείου άνοιξε και εμφανίστηκε στην είσοδο η μορφή ενός άγνωστου νέου. Οι θαμώνες τον καλωσόρισαν, κι άρχισαν τις ερωτήσεις. Ο νέος ήταν παθολογικά ντροπαλός. Κόμπιαζε καθώς μιλούσε. Οι συλλαβές έβγαιναν μια μια από το στόμα του, ενώ μεσολαβούσαν ήχοι ? σχεδόν σαν λυγμοί. Τελικά κατάφερε να τους πει ότι έμαθε σκάκι πριν τρία χρόνια, στα 16 του. Μαγεύτηκε από το παιχνίδι και τον έφερε ως εδώ η επιθυμία του να γνωρίσει αυτό το σκακιστικό στέκι και βέβαια τον Σάλβε. Του πρότειναν να καθίσει.
Ο νεαρός έβλεπε με δέος και τρόμο τον Σάλβε να μετακινεί τα κομμάτια πάνω στη σκακιέρα. Ούτε που θα τολμούσε να καθίσει απέναντι του. Εκείνη τη μέρα δεν έπαιξε με κανέναν. Το επόμενο βράδι ήταν πάλι εκεί. Και το μεθεπόμενο. Τελικά, βρήκε το κουράγιο να παρακαλέσει έναν από τους πιο αδύναμους παίχτες να παίξει μαζί του.
«Μόνο μια χάρη» ψέλλισε συνεσταλμένα «?αν γίνεται, να παίξετε χωρίς τον έναν πύργο σας, γιατί?»
«Εντάξει, κανένα πρόβλημα», του απάντησε ο άλλος και κάθισαν στο τραπέζι. Ο νεαρός έχασε. Για αρκετές βδομάδες ήταν κάθε βράδι στο καφενείο, έψαχνε αδύναμους παίχτες, τους ζητούσε να παίξουν με υλικό λιγότερο και έχανε.
Μετά από μερικές βδομάδες, εξαφανίστηκε από το καφενείο.
Έλλειψε για αρκετό καιρό. Κάποιους μήνες.
Αμφιβάλλω αν κανείς στο καφενείο αισθάνθηκε την απουσία του.
Μια βραδιά, η πόρτα του καφενείου άνοιξε και πάλι και το ίδιο απρόσμενα, όπως και την πρώτη φορά, εμφανίστηκε ο ίδιος νέος.
Τώρα έδειχνε λίγο πιο σταθερός στις κινήσεις και την ομιλία του. Λίγα λεπτά αφότου μπήκε, ο Σάλβε τέλειωσε την παρτίδα που έπαιζε.
Προς μεγάλη έκπληξη όλων, ο νέος τράβηξε την καρέκλα του ως το τραπέζι του πρωταθλητή και του ζήτησε να παίξουν.
Μια βουή από κουβέντες και σχόλια που αναμείχθηκαν πλημμύρισε το καφενείο.
«Αυτός δεν είναι ο μαζέτας που τον κερδίζουν όλοι, ακόμα και χωρίς τους πύργους τους;»
«Ναι αυτός είναι. Και τι κάνει τώρα? ζητά απ? τον Σάλβε να παίξουν;»
«Θα γελάσουμε με την ψυχή μας απόψε?»
Πράγματι, στο τέλος τις παρτίδας τα στόματα στο καφενείο ήταν ορθάνοιχτα, αλλά ήχος γέλιου στην αίθουσα δεν ακουγόταν.
Ο παράξενος και ντροπαλός νεαρός, ο Ακίμπα Ρουμπινστάιν, είχε νικήσει τον Σάλβε!
[CENTER]Ο ραβίνος της ?Κάισσας[/CENTER]
Ο Ακίμπα γεννήθηκε το 1882 στην πόλη Σταβίσκι της Πολωνίας. Ήταν το 12ο παιδί της φτωχής οικογένειας ενός δασκάλου. Οι γονείς του τον προόριζαν για ραβίνο. Πράγματι ο Ακίμπα έγινε σπουδαστής του Ταλμούδ. Τα πράγματα όμως στην ζωή, συχνά συμβαίνουν διαφορετικά από τον αρχικό προγραμματισμό τους. Βλέπεται, μια άλλη ? «θεότητα» είχε επιλέξει για δικό της ασκητή τον Ακίμπα. Και η «θεότητα» τούτη, ξέρει τον τρόπο να μαγεύει τους πιστούς τους.
Η Κάισσα «εμφανίστηκε» στον Ακίμπα όταν ήταν 16 ετών. Το πάθος του νεαρού με τα ασπρόμαυρα τετράγωνα μπορεί να περιγραφεί μόνο με μία λέξη: Έρωτας.
Τρία χρόνια μετά, ο έρωτας είχε φουντώσει τόσο, που ο ντροπαλός και συνεσταλμένος Ακίμπα, βρήκε τη δύναμη να σπάσει τα δεσμά του και να τον ακολουθήσει. Εγκατέλειψε την πόλη του και το ταλμούδ και εγκαταστάθηκε στο Λοτζ για να υπηρετήσει το σκάκι. Γι? αυτόν πλέον, δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Τους μήνες που μεσολάβησαν από την πρώτη ως τη δεύτερη επίσκεψη του στο καφενείο, είχε απομονωθεί και μελετούσε μόνος του.
Ο Ακίμπα δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε σκακιστική ιδιοφυία και το γνώριζε και ο ίδιος. Δεν ήταν ας πούμε Φίσερ, Ταλ, Κασπάροβ, Αλιέχιν, Λάσκερ, Καπαμπλάνκα. Παρεμπιπτόντως ο τεράστιος Κουβανός είχε πει κάποτε: «Με μια ματιά σε μια θέση, ξέρω τα πάντα. Τι έχει ήδη συμβεί. Τι πρόκειται να συμβεί. Εσείς χρειάζεται να το υπολογίσετε. Εγώ το ξέρω». Όσο και αν φαίνεται αλαζονικό, προσεγγίζει πραγματικά την ικανότητα του Καπαμπλάνκα, αλλά και τον άλλων σκακιστών που ανέφερα, και αρκετών ακόμα. Όλων αυτών δηλαδή που θα τους χαρακτηρίζαμε σκακιστικές ιδιοφυίες (αν και ο Φίσερ δεν θα το δεχόταν αυτό, καθώς έλεγε ότι: «Ο Κασπάροβ, ναι, είναι πράγματι σκακιστική ιδιοφυία. Εγώ όμως δεν είμαι. Είμαι ιδιοφυία σκέτο. Με ότι και αν είχα ασχοληθεί το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο. Έτυχε να επιλέξω το σκάκι» Τι να κάνουμε, οι περισσότεροι παγκόσμιοι πρωταθλητές δεν είχαν σχέση με την μετριοφροσύνη. Ίσως γι? αυτό και να έγιναν τέτοιοι).
Ο Ρούμπινσταϊν λοιπόν, δεν ήταν έμφυτο ταλέντο. Δεν είχε φυσική κλίση προς το σκάκι. Δεν ήταν όλα απλά γι? αυτόν, σαν κάτι να ανάβλυζε από μέσα του, σαν μια προέκταση του εαυτού του, κάτι τέλοσπάντων που να του συνέβαινε φυσικά. Όχι, ήταν ένας ακούραστος εργάτης της τέχνης του. Ένας πιστός δίχως όρια. Ένας άνθρωπος που έπρεπε να μοχθήσει για να φτάσει εκεί που τα ταλέντα έφταναν (όχι χωρίς κόπο βέβαια) με πιο απλό τρόπο.
Ο Ριχάρδος Ρέτι, στο κλασικό πια βιβλίο του, «Μοντέρνες ιδέες στο σκάκι» (εκδόσεις Κέδρος) περιγράφει πολύ καλύτερα από μένα αυτό το γεγονός, οπότε ας του δώσω το λόγο:
«Στον Ρούμπινσταϊν δεν βλέπουμε ένα έμφυτο ταλέντο που αποκαλύπτεται χωρίς προσπάθεια από τη μεριά του κατόχου του, αλλά έναν πνευματικό αγωνιστή, που με μοναδική και βαθιά αφοσίωση στο έργο του, δαμάζει τις δυσκολίες που του παρουσιάζονται. Ο Ακίμπα είναι ο τύπος του άνδρα που ζει μόνο για το έργο που ο ίδιος έχει επιβάλει στον εαυτό του, ένας πραγματικός ασκητής?».
Αυτό το γεγονός «έβγαινε» στο στυλ του παιχνιδιού του Ακίμπα.
Το παιχνίδι του χαρακτηρίζεται από απλότητα και καθαρότητα. Τίποτε δεν είναι περιττό στον Ρούμπινσταϊν. Τα πάντα αναπτύσσονται με έναν τρόπο φυσικό. Απλό και θαυμαστό ταυτόχρονα. Οι «κατασκευές» του δεν έχουν τίποτα το εξεζητημένο. Τους αρκεί η απλότητα της τελειότητας τους. Λιτή, απέριττη αρχιτεκτονική. Γλυπτική, πες, καλύτερα.
Ο Ακίμπα προσέφερε πάρα πολλά στην θεωρία του σκακιού. Χωρίς να γράφει θεωρητικά άρθρα. Μόνο με το παιχνίδι του. Δεν «μίλαγε», δεν έγραφε γι? αυτό. Ίσως από φόβο ότι τα λόγια και τις λέξεις δεν μπορούσε να τις χειριστεί με τον ίδιο τρόπο όπως τα κομμάτια. Θα χάλαγαν την μαγεία της τέχνης του. Αυτός ήταν ένας καλλιτέχνης σκακιστής. Τίποτα άλλο. Τι σημασία έχουν τα λόγια; Όπως ένας απλός, ταπεινός τεχνίτης, συνειδητός υπηρέτης της τέχνης του, δούλευε τα δημιουργήματα του και σιωπούσε γι? αυτά. Ήξερε ότι είχε κάνει ήδη το χρέος του στην Κάισσα, ήξερε ότι είχε «ιερουργήσει» πάνω στην σκακιέρα. Δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο. Θα ήταν περιττό. Και κάθε περιττό στοιχείο είχε εξοστρακιστεί από την τέχνη του Ακίμπα.
Εκτός από τις καινοτομίες του στα ανοίγματα, ήταν ο πρώτος που έδειξε πως πρέπει να χειριζόμαστε τις κλειστές θέσεις. Ο Ρούμπινσταϊν, στις κλειστές θέσεις, τοποθετούσε τα κομμάτια του με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι κατάλληλα τοποθετημένα, όχι εκείνη τη στιγμή, αλλά τη στιγμή που θα άνοιγε η θέση. Κάτι τέτοιο, είναι τώρα δεδομένο για κάθε σκακιστή. Τότε ήταν απλώς αδιανόητο. Ήταν επίσης ο πρώτος που συνέδεσε τον τύπο των ανοιγμάτων που χρησιμοποιούσε με τα είδη των φινάλε που προκύπτουν. Σήμερα κάτι τέτοιο είναι επίσης δεδομένο. Τότε δεν ήταν. Το πλέον εντυπωσιακό όμως στον Ρούμπινσταϊν ήταν η άφθαστη τεχνική στα φινάλε.
Συχνά ο Ακίμπα κατηγορήθηκε ότι έπαιζε μόνο συγκεκριμένα ανοίγματα και κυρίως γκαμπί της βασίλισσας.
Ο Ριχάρδος Ρέτι έχει την απάντηση και εδώ: «Ο Ακίμπα δεν είναι ένας άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Δεν είναι ένας βιρτουόζος, αλλά μάλλον ένας ιερέας της τέχνης του. Δεν μπορεί να διδάσκει την μια στιγμή την μια θρησκεία και την άλλη στιγμή μιαν άλλη. Δεν μπορεί ο Ρούμπινσταϊν για να ευχαριστήσει το κοινό ή για να δείξει ότι έχει μεγάλο ρεπερτόριο, να παίξει οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που του υπαγορεύει η πεποίθηση του».
Το γκαμπί της βασίλισσας δεν ήταν απλώς ο σκακιστικός βίος του Ακίμπα. Ήταν ο βίος του.
[CENTER]Η πορεία του στον διεθνή σκακιστικό στίβο[/CENTER]
Μετά την νίκη του στην παρτίδα επί του Σάλβε, διοργανώθηκε ένα ματς μεταξύ τους, το οποίο έληξε ισόπαλο. Ακολούθησε άλλο ένα, στο οποίο ο Ρούμπινσταϊν νίκησε. Αν δεν ήταν ήδη ο κορυφαίος παίχτης στην Πολωνία, τότε τουλάχιστον ήταν ισάξιος του Σάλβε.
Έτσι ξεκίνησε η διεθνής καριέρα του. Πολλές και μεγάλες επιτυχίες σημειώθηκαν μέχρι το 1912. Εκείνη όμως η χρονιά ήταν ανεπανάληπτη. Πήρε μέρος σε 5 πανίσχυρα διεθνή τουρνουά και τα κέρδισε όλα! Το 1912 ονομάστηκε «έτος Ρούμπινστάιν». Όλος ο κόσμος περίμενε τώρα να προκαλέσει τον Εμμάνουελ Λάσκερ σε ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Παρά την έμφυτη ντροπαλοσύνη του και τον κλειστό γενικά χαρακτήρα του, ο Ακίμπα το έκανε. Ο Λάσκερ δέχθηκε και έτσι το ματς ορίστηκε για το φθινόπωρο του 1914.
Δυστυχώς όμως ο «μεγάλος Ακίμπα» (έτσι τον χαρακτηρίζει ο Κασπάροβ στον πρώτο τόμο του εξαιρετικού έργου του «Οι μεγάλοι προκάτοχοι μου») έπεσε θύμα ενός «συνδυασμού» και έγινε ματ, πριν καθίσει στην σκακιέρα απέναντι στον Λάσκερ.
Καταρχήν, σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα (κάτι για το οποίο προϊδέαζε ο χαρακτήρας του και η γενικότερη στάση του) έκαναν την εμφάνιση τους (αργότερα εξελίχθηκαν σε διανοητική ασθένεια). Δεν εμφανίστηκαν όμως μόνον αυτά. Έκανε την εμφάνιση του και ο Καπαμπλάνκα, η σκακιστική ιδιοφυία από την Κούβα, που πρόβαλε ως νέος διεκδικητής. Προσθέστε και τον Α? παγκόσμιο πόλεμο και θα δείτε γιατί το ματς αυτό δεν έγινε τελικά ποτέ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και κανένα άλλο ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα, μέχρι το 1921, όταν τελικά ο «Κάπα» εκθρόνισε τον Λάσκερ μετά από 27 χρόνια.
Ο Ακίμπα δεν ήταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση. Παρ? όλα αυτά βρήκε το σθένος να προκαλέσει τον νέο παγκόσμιο πρωταθλητή.
Ο Καπαμπλάνκα δέχθηκε και έτσι φάνηκε ότι επιτέλους ο Ακίμπα θα έπαιζε ένα ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Όμως δυστυχώς, ούτε αυτή τη φορά το ματς έγινε. Ο Ακίμπα δεν βρήκε χρηματοδότες για το παιχνίδι. (Ο Λάσκερ μετά από αγώνες χρόνων είχε καταφέρει να φέρει κάπως τον επαγγελματισμό στο σκάκι, τουλάχιστον στο κορυφαίο επίπεδο. Για τους παγκόσμιους πρωταθλητές πια προβλεπόταν αμοιβή. Βέβαια δεν αναλάμβανε καμιά ομοσπονδία κάτι τέτοιο ακόμα, αλλά έπρεπε ο κάθε παίχτης να βρει χορηγούς.)
Κανένας, φαίνεται, δεν πίστευε πια στον Ακίμπα. Σε όλους φαινόταν κουτσό άλογο. Κρίμα, γιατί παρ? ότι η ασθένεια του χειροτέρεψε και υπονόμευε συνεχώς την αυτοπεποίθηση του, ο Ακίμπα κατάφερε μέχρι το 1932 που εγκατέλειψε το αγωνιστικό σκάκι, να είναι μέσα στους κορυφαίους.
Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, ως το θάνατο του το 1961, τα πέρασε στο Βέλγιο, με την οικογένεια του.
Αυτός ο τεράστιος παίχτης, δεν έπαιξε καν τελικό. Δεν πειράζει. Δεν έχει σημασία. Ο Ακίμπα υπηρέτησε ευλαβικά την τέχνη την οποία διάλεξε (ή τον διάλεξε). Με ή χωρίς παγκόσμιο τίτλο, δεν έχει καμία διαφορά. Εξάλλου τα μεγάλα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, δεν βαθμολογούνται.
Πέρα από όλα αυτά, ο Ρουμπινσταϊν νίκησε τον χρόνο. Είναι μέχρι σήμερα επίκαιρος. Όλοι οι μεγάλοι μετρ τον υμνούν. Οι παρτίδες του, παραμένουν οδηγός.
Όσον αφορά εμένα, γνώρισα τον Ακίμπα (της παρτίδες του δηλαδή) πολύ νωρίς, σχεδόν μόλις έμαθα σκάκι. Και παραλίγο να είναι η αιτία να το εγκαταλείψω το σκάκι, από την πλευρά του παίχτη. Αφού υπήρξε άνθρωπος να κινεί με τέτοιο τρόπο τα κομμάτια, τι ήθελα εγώ να τα πιάνω στα χέρια μου;
Φυσικά, δεν τα παράτησα. Αλλά ήταν το πρώτο μάθημα να ξέρω να μετράω το ύψος μου. Γιατί ένα 10χρονο πιτσιρίκι, καμιά φορά νομίζει πως επειδή κέρδισε έναν συμμαθητή του σε 5 κινήσεις, τα πάντα είναι εύκολα.
Αλλά δεν είναι αυτό το πιο σημαντικό. Το σημαντικότερο είναι ότι ο Ακίμπα (οι παρτίδες του) ήταν η πρώτη συνειδητοποίηση ότι αυτό το παιχνίδι, αυτά τα κομμάτια που κρατούσα στα χέρια μου, αυτό το ταμπλώ με τα 64 ασπρόμαυρα τετράγωνα, δεν ήταν ένα παιχνιδάκι για να περνά η ώρα, αλλά ένα πεδίο τέχνης. Μιας τέχνης που μπορεί να μην κατάφερα ποτέ να προσθέσω ένα πετραδάκι στην ιστορία της, αλλά έμαθα να την σέβομαι και να την αντιμετωπίζω σαν τέτοια.
Μετά από τις παρτίδες του «μεγάλου Ακίμπα» η σχέση μου με το σκάκι άλλαξε μια για πάντα. Γι? αυτό και αν μου έλεγαν να διαλέξω έναν από όλους αυτούς τους μεγάλους παίχτες που δεν πήραν τελικά τον τίτλο και να του τον «δώσω», θα διάλεγα χωρίς δεύτερη σκέψη τον Ακίμπα Ρούμπινσταϊν. Αν και είπαμε ?ο τίτλος τελικά δεν έχει καμιά σημασία.
Η ΠΑΡΤΙΔΑ
Η επόμενη παρτίδα, παίχθηκε το 1907 στο Λοτζ μεταξύ του Ρότλεβι και του Ακίμπα. Χαρακτηρίζεται από όλους ως η αθάνατη του, αν και ο Ακίμπα δεν έπαιξε πολλές «θνητές» παρτίδες. Οι περισσότερες αθάνατες θα μείνουν.
http://www.chessgames.com/perl/chessgame?gid=1119679

Έριξα μια ματιά στο θρεντ μετά από καιρό, και είπα να του δώσω λίγη “κίνηση” με 2-3 περιστατικά από την ιστορία του σκακιού:
[CENTER]ΔΥΟ ΣΚΑΚΙΣΤΕΣ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ[/CENTER]
Ο Αλεξάντερ Κότοβ εκτός από πολύ καλός σκακιστής και συγγραφέας (έχει γράψει το κλασικό «μέθοδοι επίθεσης κατά του βασιλιά») ήταν και γνωστό «πειραχτήρι». Δεν έχανε ευκαιρία στα διάφορα τουρνουά, όσο κρίσιμη κι αν ήταν η κατάσταση, να πειράζει τους άλλους σκακιστές, ειδικά αυτούς που ήταν επιρρεπείς στο πείραγμα.
Στο ιντερζονάλ του 1953 για την ανάδειξη του διεκδικητή του παγκοσμίου τίτλου, τα πράγματα ήταν σε κρίσιμη καμπή όταν έφτασε η ώρα να αντιμετωπίσει τον Νάιντορφ.
Ο Νάιντορφ, άλλος χαρακτήρας εντελώς, οπωσδήποτε αγχωμένος, αντιμετώπιζε τα πράγματα πολύ σοβαρά (ως όφειλε βέβαια να κάνει) σε αντίθεση με την «παιγνιώδη» διάθεση του Κότοβ.
Η παρτίδα είχε πολλές διακυμάνσεις και μεγάλη ένταση. Αρχικά ο Νάιντορφ απέκτησε υπεροχή, στην συνέχεια έκανε λάθος και μάχονταν να κρατήσει την ισοπαλία.
Τελικά τα κατάφερε. Ο Κότοβ έμεινε με τον βασιλιά και δύο ίππους και ο Νάιντορφ μόνο με τον βασιλιά, κάτι που αποτελεί ως γνωστόν θεωρητική ισοπαλία (για να κάνουν ματ δύο ίπποι τον βασιλιά, πρέπει να το θέλει και ο ίδιος ο βασιλιάς).
Περιχαρής ο Νάιντορφ που γλίτωσε από του χάρου τα δόντια, ετοιμαζόταν να υπογράψει στο παρτιδόφυλλο την ισοπαλία, όταν είδε ότι ο Κότοβ δεν είχε καμιά διάθεση για κάτι τέτοιο, αλλά ήθελε να συνεχίσει την παρτίδα.
Ο Κότοβ, βλέποντας πόσο σκασμένος είναι ο Νάιντορφ του σκάρωσε το εξής:
Στις διαμαρτυρίες του αργεντινού προς τον διαιτητή, γιατί ο Κότοβ ήθελε να συνεχίσει, με απόλυτα σοβαρό ύφος απάντησε:
«Κύριε διαιτητά, έχω να σας πω ότι δύο σκακιστές στη Σιβηρία, τις ατέλειωτες νύχτες του χειμώνα, ανακάλυψαν έναν τρόπο που το φινάλε αυτό κερδίζει πάντα! Δεν έχετε παρά να με αφήσετε να σας δείξω το πώς».
Όλοι κατάλαβαν βέβαια ότι ο Κότοβ έπαιζε με τα νεύρα του Νάιντορφ, εκτός από τον ίδιο το Νάιντορφ ο οποίος έξαλλος άρχισε να φωνάζει και ίσως προς στιγμήν να πίστεψε κιόλας ότι υπάρχει τέτοιος τρόπος. Ταυτόχρονα, βλέποντας τις αντιδράσεις του ο Κότοβ είχε πέσει κάτω από τα γέλια.
[CENTER]ΕΥΤΥΧΩΣ ΔΗΛΑΔΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΕΛΕΤΟΥΣΑΝ ΤΗ ΘΕΣΗ ΠΟΥ ΕΧΩ ΣΤΟ AVATAR[/CENTER]
Η Ελληνική Εθνική ομάδα ήταν στο εξωτερικό για κάποιο τουρνουά.
Τα μέλη της αποστολής ήταν κλεισμένα από το πρωί στο ξενοδοχείο και μελετούσαν. Προς το απόγευμα μελέτησαν λίγο και τον σχηματισμό του «σκαντζόχοιρου» και μετά από αυτό αποφάσισαν να κάνουν έναν περίπατο να πάρουν λίγο αέρα. Βγαίνοντας σε ένα παρκάκι που υπήρχε εκεί κοντά, βλέπουν μπροστά τους έναν σκαντζόχοιρο.
Πετάγεται ο Γιάννης Παπαιωάννου και λέει στους υπόλοιπους:
«Μάγκες είμαστε πολύ τυχεροί. Σκεφτείτε να μελετούσαμε «δράκο»»
[CENΣΑΧ ΚΑΙ ΜΑΤ
Οι σχέσεις του Τάρρας με τον Λάσκερ ποτέ δεν ήταν καλές, όμως λίγο πριν την αναμέτρηση τους για τον παγκόσμιο τίτλο, ήταν απλώς ανύπαρκτες. Είχαν φτάσει στο σημείο να μην μιλάνε καν.
Λίγο πριν την έναρξη του ματς, φίλοι του Τάρρας τον ρώτησαν:
«Τι θα κάνεις τώρα; Τόσες παρτίδες θα παίξετε μαζί. Τόσες ώρες θα είστε ο ένας απέναντι στον άλλον. Δεν θα του πεις ούτε γεια;»
Κι ο Τάρρας απάντησε:
«Οι μόνες λέξεις που έχω να απευθύνω σε αυτόν τον κύριο, είναι ΣΑΧ και ΜΑΤ!»
Βέβαια, το αποτέλεσμα του ματς δείχνει ότι αυτές τις λέξεις πολύ περισσότερο τις άκουσε ο ίδιος ο Τάρρας, από ότι τις είπε.













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΡΩΤΙΑ ΣΤΑ ΛΥΚΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ 2ο ΓΕΛ ΘΕΡΜΗΣ "ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΟΥ" ΣΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΜΑΘΗΤΙΚΑ

     Την πρωτιά στο ομαδικό πανελλήνιο μαθητικό  πρωτάθλημα πέτυχε το 2ο ΓΕΛ Θέρμης " Γιώργος Ιωάννου " Οι αγώνες έγιναν στο κλεισ...